Η οικοδόμηση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων (1936-1940)
Posted by Φαίη στο 12 Νοεμβρίου, 2015
Με την ανάληψη της διακυβέρνησης της Ελλάδας, ο Ιωάννης Μεταξάς έθεσε ως αιχμή του δόρατος της στρατηγικής του την αναδιοργάνωση και την ενίσχυση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ακολούθησαν, λοιπόν, τέσσερα χρόνια τεράστιων μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς της διοίκησης.
Ο Ελληνικός Στρατός, μετά τη μικρασιατική καταστροφή, δεν υπήρχε, γιατί όλες οι κυβερνήσεις, από το 1923 μέχρι το 1936, ελάχιστα έπραξαν για την πολεμική προπαρασκευή της χώρας. Αν και προβλεπόταν η επιστράτευση δεκατεσσάρων μεραρχιών πεζικού, μίας ιππικού και τεσσάρων ταξιαρχιών πεζικού, δεν υπήρχε υλικό επιστρατεύσεως για περισσότερες από έξι μεραρχίες. Δεν καταβλήθηκε η παραμικρή προσπάθεια αξιοποίησης του παλαιού οπλισμού. Η Αεροπορία διέθετε πέντε καταδιωκτικά αεροσκάφη και 41 αντιαεροπορικά πυροβόλα. Τα μισά από τα υπάρχοντα (12.000) οπλοπολυβόλα ήταν άχρηστα.
Με την ανάληψη της εξουσίας, ο Μεταξάς ανέλαβε προσωπικά το υπουργείο Πολέμου και, μαζί με τον Στρατηγό Αλέξανδρο Παπάγο, άρχισαν τη μεγάλη προσπάθεια αποκατάστασης του αξιόμαχου του Ελληνικού Στρατού.
Σε πρώτη φάση, παραγγέλθηκαν από τη Γερμανία αντιαεροπορικά και αντιαρματικά πυροβόλα. Από τη Γαλλία παραγγέλθηκαν οι περίφημοι όλμοι Stokes-Brand των 81 χιλ. Έγιναν επίσης προμήθειες τηλεπικοινωνιακού υλικού, τηλεφώνων, ασυρμάτων, τηλεφωνικού καλωδίου, ηλιογράφων και οπτικών τηλεγράφων.
Άμεσα έγινε προμήθεια τριών νέων γεφυροσκευών, ενώ επισκευάστηκε και η παλαιά, έγιναν προμήθειες υλικού οχύρωσης, που αποδείχτηκαν πολύτιμες, ιδίως στην πρώτη, την αμυντική φάση του πολέμου. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μεταξύ 1923 και 1935 οι αμυντικές δαπάνες ήταν ύψους τριών δισ. δραχμών, ενώ στο διάστημα 1936-40 διατέθηκαν περισσότερες από δεκαπέντε δισ. δραχμές.
Την 28η Οκτωβρίου 1940, ο Ελληνικός Στρατός διέθετε περισσότερα από 420.000 τυφέκια και αραβίδες, από τα οποία τα 300.000 σύγχρονα, περίπου 5.000 πολυβόλα, 12.200 οπλοπολυβόλα, 12.000 πιστόλια και περίστροφα, 325 όλμους των 81 χιλ., περισσότερα από 900 πυροβόλα κάθε διαμετρήματος, 188 αντιαεροπορικά πυροβόλα, 24 αντιαρματικά πυροβόλα.
Επίσης, παραγγέλθηκαν αλλά λόγω της έκρηξης του πολέμου δεν παραλήφθηκαν 320 αντιαεροπορικά πυροβόλα, 36 αντιαρματικά πυροβόλα, 132 πεδινά και ορειβατικά πυροβόλα, 1.762 αντιαρματικά τυφέκια Boys των 14 χιλ., 800 πολυβόλα και 1.300 οπλοπολυβόλα, καθώς και 14 ελαφρά άρματα μάχης.
Η μεγάλη διαφορά, όμως, φάνηκε στην Αεροπορία, όπου πριν το 1935 υπήρχε μόνο στα χαρτιά. Μέχρι και το 1935, η Αεροπορία δεν διέθετε κανένα καταδιωκτικό, σε πτητική κατάσταση. Τα καλύτερα αεροσκάφη που διέθετε ήταν τα στρατιωτικής συνεργασίας Breguet 19. Υπήρχαν ακόμα μερικά Potez 25 και διάφορα απαρχαιωμένα εκπαιδευτικά Μοράν Σολνιέ και Avro, τα οποία μπορούσαν να πετάξουν. Εκεί ρίχτηκε το βάρος, με την παραγγελία 48 καταδιωκτικών –12 Bloch 151 και 36 PZL 24– και 36 βομβαρδιστικών – 24 Blenheim και 12 Potez 63. Επίσης, αγοράστηκαν σύγχρονα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας Avro Anson και Do 22 και σύγχρονα για την εποχή εκπαιδευτικά. Συνολικά, η Αεροπορία βρέθηκε το 1940 να παρατάσσει 140 αεροσκάφη, εκ των οποίων τα 100 νέας τεχνολογίας.
Κατασκευάστηκε την ίδια περίοδο η γραμμή των έργων μονίμου οχυρωτικής στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, η οποία είχε ως στόχο να καλύψει τη χώρα από βουλγαρική επίθεση. Η γραμμή αποτελείτο από 21 περίκλειστα οχυρά και δεκάδες άλλα έργα.
Τέλος, έγινε προσπάθεια ενίσχυσης και του Πολεμικού Ναυτικού με τέσσερα νέα αντιτορπιλικά και έξι τορπιλακάτους. Από αυτά μόνο δύο αντιτορπιλικά πρόλαβαν να παραδοθούν, τα «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα».
Χάρη στην προπαρασκευή αυτήν, παράλληλα με την εντατικοποίηση της εκπαίδευσης των ΕΔ της, η Ελλάδα κατάφερε στον πόλεμο του 1940-41 να παρατάξει τον μεγαλύτερο στρατό στην ιστορία της (450.000). Κάθε σύγκριση με τα σημερινά δεδομένα μόνο θλίψη και απογοήτευση προκαλεί. Η ευθύνη στην έλλειψη στρατηγικής στους εξοπλισμούς δεν βαρύνει μόνο την κυβέρνηση και δη τον Υπουργό Άμυνας και τον Αρχηγό ΓΕΕΦ, αλλά και όλους τους ανώτατους Αξιωματικούς της Εθνικής Φρουράς, νυν και πρώην.
Άντης Λοΐζου
Από γωνιά στρατηγική
Σχολιάστε