Οι Επιχειρήσεις του Ελληνικού και Βουλγαρικού Στρατού κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο – 1ο μέρος
Posted by Πετροβούβαλος στο 5 Οκτωβρίου, 2014
του Ιστορικού Βασίλειου Αναστασόπουλου
.
1. Εισαγωγή
Η επιθυμία των βαλκανικών κρατών –Ελλάδα, Σερβία, Μαυροβούνιο και Βουλγαρία– για οριστική αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας οδήγησε στις αρχές του φθινοπώρου του 1912 στη σύμπραξη κατά της ασθμαίνουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η άρνησητης Τουρκίας να αποδεχθεί ριζικές μεταρρυθμίσεις προς όφελος των χριστιανικών πληθυσμών είχε ως αποτέλεσμα την κήρυξη του πολέμου, ο οποίος ονομάστηκε Α΄Βαλκανικός Πόλεμος. Παρά το γεγονός ότι μεταξύ των τεσσάρων συμμαχικών κρατών είχαν συναφθεί αμυντικές συνθήκες και συμφωνίες, ωστόσο εισήλθαν στον πόλεμο χωρίς κοινό σχέδιο επιχειρήσεων.
2. Επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού
2.1 Επιχειρήσεις στη Θεσσαλία και στην κεντρική Μακεδονία
2.1.1. Δυνάμεις Αντιπάλων
Σύμφωνα με το σχέδιο επιστράτευσης του 1912, συγκροτήθηκαν δύο στρατηγεία, το Γενικό Στρατηγείο Στρατού Θεσσαλίας υπό την αρχιστρατηγία του Διαδόχου Κωνσταντίνου, στην περιοχή της Λάρισας, και το Στρατηγείο Στρατού Ηπείρου υπό τον Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη, στην περιοχή της Άρτας.
Ο Στρατός Θεσσαλίας διέθετε 7 μεραρχίες Πεζικού, 1 ταξιαρχία Ιππικού και 4 τάγματα Ευζώνων, συνολικής δύναμης 100.000 ανδρών, και το βράδυ της 4ης Οκτωβρίου 1912 συγκεντρώθηκε στην περιοχή της Λάρισας. Η ζώνη ευθύνης του Στρατού Θεσσαλίας εκτεινόταν από το Σπερχειό ποταμό μέχρι τα βόρεια σύνορα του ελληνικού κράτους στη Θεσσαλία.
Ο Στρατός Ηπείρου διέθετε μία μεραρχία Πεζικού, η οποία αργότερα (12Δεκεμβρίου 1912) ονομάστηκε VIII Μεραρχία, συνολικής δύναμης περίπου 10.500 ανδρών, και ολοκλήρωσε τη συγκέντρωσή του στην περιοχή της Άρτας στις 4 Οκτωβρίου με ζώνη ευθύνης δυτικά του Αχελώου ποταμού.
Πλέον του τακτικού στρατού, συγκροτήθηκαν ανεξάρτητα τάγματα, αποσπάσματα και εθελοντικά σώματα, όπως των Κρητών, Ηπειρωτών, Μακεδόνων, με επικεφαλής οπλαρχηγούς ή αξιωματικούς, και το ιταλικό Σώμα των Γαριβαλδινών (σ.1) με επικεφαλής τον φιλέλληνα Στρατηγό Ricciotti Garibaldi.
Αντικειμενικός σκοπός του ελληνικού στρατού σε περίπτωση πολέμου με την Τουρκία ήταν η συντριβή του τουρκικού στρατού στη Μακεδονία και η ενεργός άμυνα στην Ήπειρο μέχρι να κριθεί ο αγώνας στη Μακεδονία.
Οι τουρκικές δυνάμεις συγκροτήθηκαν σε δύο στρατιές, τη Στρατιά Θράκης και τη Στρατιά Μακεδονίας, συνολικής δύναμης 340.000 πεζών, 6.000 ιππέων και 850πυροβόλων. Η Στρατιά Μακεδονίας, υπό τον Ali Risa Pasha, θα πολεμούσε εναντίον των Ελλήνων, των Σέρβων και των Μαυροβουνίων. Έναντι του ελληνικού Στρατού Θεσσαλίας έδρασε το 8ο Έκτακτο Σώμα Στρατού υπό τον Στρατηγό Χασάν Ταχσίν Πασά, συνολικής δύναμης περίπου 35.000 ανδρών, με αποστολή να αμυνθεί στα Στενά του Σαρανταπόρου και να ανακόψει την προέλαση του ελληνικού στρατού προς την Κεντρική Μακεδονία.
2.1.2. Επιχειρήσεις μέχρι την κατάληψη της Θεσσαλονίκης
Το πρωί της 5ης Οκτωβρίου 1912 ο Στρατός Θεσσαλίας άρχισε να προελαύνει πέρα από τα ελληνο – τουρκικά σύνορα, με σκοπό την απώθηση και συντριβή τουτουρκικού στρατού. Ο όγκος του Στρατού Θεσσαλίας απελευθέρωσε την Ελασσόνα (6Οκτωβρίου), ενώ το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη, στα δυτικά, μετά από σύντομο αγώνα, απελευθέρωσε τη Δεσκάτη.
Με βάση τις πληροφορίες για τον εχθρό και κυρίως από τη μελέτη του εδάφους, το Γενικό Στρατηγείο εκτιμούσε ότι οι τουρκικές δυνάμεις θα συγκεντρώνονταν στα Στενά του Σαρανταπόρου, για να ανακόψει την προέλαση του ελληνικού στρατού. Η τοποθεσία του Σαρανταπόρου είναι φύσει οχυρή και προσφέρεται για ισχυρή άμυνα, με εξαίρετα πεδία βολής προ αυτής.
Οι τοποθεσίες Σαρανταπόρου και Λαζαράδων – Βογγόπετρας φράσσουν τις κατευθύνσεις Ελασσόνα – Σέρβια και Δεσκάτη – Λαζαράδες – Σέρβια. Τις τοποθεσίες αυτές υπεράσπιζαν δύο τουρκικές μεραρχίες και είχαν οργανωθεί αμυντικά κάτω από την επίβλεψη του Γερμανού Στρατηγού Colmar von der Goltz.
Το ελληνικό σχέδιο ενεργείας (σ.2) του Γενικού Στρατηγείου προέβλεπε κατά μέτωπο επίθεση εναντίον των αμυνόμενων τουρκικών δυνάμεων στα Στενά του Σαρανταπόρου, με ταυτόχρονη και από τα δύο πλευρά υπερκερωτική ενέργεια προς τα Σέρβια, για την κατάληψη της γέφυρας του Αλιάκμονα και την αποκοπή της σύμπτυξης του εχθρού.
Η όλη επιθετική ενέργεια θα συνδυαζόταν, επίσης, και με ευρύτερο κυκλωτικό ελιγμό από την περιοχή του χ. Κρανιά, δια μέσου του πόρου Ζάμπουρδας, προς την Κοζάνη.
Στις 9 Οκτωβρίου η Στρατιά επιτέθηκε με τρεις μεραρχίες στο κέντρο (Ι, ΙΙ, ΙΙΙ Μεραρχίες), στο δεξιό πλευρό το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινοπούλου, στο αριστερό την IV Μεραρχία και στο άκρο αριστερό της διάταξης την V Μεραρχία, την Ταξιαρχία Ιππικού και το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη.
Ο αγώνας στο κέντρο διεξήχθη με δυσκολία λόγω του ισχυρώς οργανωμένου αντιπάλου και των σοβαρών εδαφικών δυσχερειών, επιφέροντας μεγάλες και σοβαρές απώλειες στις μεραρχίες του κέντρου. Ωστόσο, η IV Μεραρχία που ενεργούσε στο αριστερό της διάταξης κατόρθωσε το βράδυ της ίδιας ημέρας να ανατρέψει τις τουρκικές δυνάμεις σταχ. Κεφαλολίβαδο και Μεταξάς και προωθημένα τμήματά της να φθάσουν στα Στενά της Πόρτας, πίσω από το Σαραντάπορο.
Μόλις οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν την υπερκερωτική ενέργεια της IV Μεραρχίας και μπροστά στον κίνδυνο της αποκοπής της οδού σύμπτυξης και της αιχμαλωσίας του όγκου των δυνάμεων τους, συμπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια της νύχτας προς την Κοζάνη χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τις ελληνικές δυνάμεις.
Η νικηφόρα έκβαση του διήμερου αγώνα στην τοποθεσία Σαρανταπόρου – Λαζαράδων άνοιξε τις πύλες για τη συνέχιση της προέλασης της Στρατιάς και την απελευθέρωση της Μακεδονίας.
Στις 10 Οκτωβρίου κατελήφθησαν τα Σέρβια και την επομένη η Κοζάνη. Στις 13 Οκτωβρίου ο όγκος του Στρατού Θεσσαλίας βρισκόταν στο υψίπεδο της Κοζάνης, απ’ όπου μπορούσε να στραφεί είτε ανατολικά προς τη Βέροια είτε προς τα βόρεια.
Η VII Μεραρχία κινήθηκε προς τα Στενά της Πέτρας, το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη προς τα Γρεβενά και η Ι Μεραρχία νότια του Αλιάκμονα στο χ. Βελβεντός. Εκείνη τη χρονική στιγμή το Γενικό Στρατηγείο είχε την πρόθεση να κινηθεί με τον όγκο των δυνάμεων πρώτα προς το Μοναστήρι και μετά προς Βέροια – Θεσσαλονίκη.
Ωστόσο, η κυβέρνηση, έχοντας εξακριβωμένες πληροφορίες ότι η Βουλγαρία ενδιαφερόταν να καταλάβει οπωσδήποτε τη Θεσσαλονίκη προτού καταληφθεί από τον ελληνικό στρατό, έστειλε στις 12 Οκτωβρίου στον αρχηγό του Στρατού Θεσσαλίας τηλεγράφημα (σ.3), με το οποίο του γνώριζε ότι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι επέβαλλαν τη γρήγορη απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Παρόμοια σύσταση έκανε την ίδια ημέρα και ο υπουργός Εξωτερικών.
Αλλά το Γενικό Στρατηγείο επέκρινε με τηλεγράφημά (σ.4) του προς το Υπουργείο Εξωτερικών τις επεμβάσεις του στη διεύθυνση των επιχειρήσεων. Ωστόσο, κατόπιν επιτακτικής και κατηγορηματικής διαταγής του πρωθυπουργού και υπουργού Στρατιωτικών Ελευθερίου Βενιζέλου για άμεση στροφή της Στρατιάς προς απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, το Γενικό Στρατηγείο αναγκάστηκε να συμμορφωθεί και να εκδώσει διαταγή για στροφή και προέλαση προς Θεσσαλονίκη.
Τις επόμενες ημέρες ο Στρατός Θεσσαλίας προέλασε προς τη Βέροια με την VII Μεραρχία να καλύπτει το δεξιό πλευρό του, με κατεύθυνση την Κατερίνη, και την V Μεραρχία να κινείται στα αριστερά, με κατεύθυνση την Πτολεμαΐδα – Στενά Κλειδιού.
Ταυτόχρονα, οι σερβο – βουλγαρικές δυνάμεις κατέλαβαν το Ιστίπ και ένα βουλγαρικό απόσπασμα το Νευροκόπι. Το βράδυ 15/16 Οκτωβρίου οι Τούρκοι εγκατέλειψαν τη Βέροια και την Κατερίνη, και στη συνέχεια συμπτύχθηκαν προς τα ανατολικά. Έτσι, στις 16 Οκτωβρίου η Στρατιά βρισκόταν στην πεδιάδα της Βέροιας με την V Μεραρχία νακαλύπτει τα νώτα της στην περιοχή του Αμυνταίου και το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη στα Γρεβενά.
Το Γενικό Στρατηγείο, έχοντας υπόψη του τα μειονεκτήματα της κίνησης του όγκου της Στρατιάς νότια των Γιαννιτσών, είτε ο εχθρός βρισκόταν ανατολικά του Λουδία ποταμού είτε βόρεια της λίμνης, αποφάσισε να ακολουθήσει την κατεύθυνση βόρεια της λίμνης με τον όγκο του στρατού και να προωθήσει τμήματά του μόνο νότια αυτής.
Επίσης, εκτιμούσε, χωρίς όμως να έχει σαφή εικόνα για τις τουρκικές δυνάμεις, ότι η προέλαση προς τα Γιαννιτσά θα γινόταν χωρίς σοβαρή εμπλοκή με τον εχθρό, ο οποίος, κατά τις εκτιμήσεις, προπαρασκευαζόταν για άμυνα στην περιοχή του Αξιού ποταμού.
Με βάση τα παραπάνω καθορίστηκε για την 19η Οκτωβρίου η προέλαση του όγκου της Στρατιάς προς τον Αξιό ποταμό, δια της εδαφικής ζώνης βόρεια της λίμνης των Γιαννιτσών, ενώ για την κάλυψη του δεξιού πλευρού της και της Βέροιας από την κατεύθυνση του Λουδία διατέθηκε η VII Μεραρχία, το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινοπούλου και η Ταξιαρχία Ιππικού.
Η τοποθεσία των Γιαννιτσών, παρά το μειονέκτημα ότι είχε στα νώτα της τον Αξιό ποταμό, φράσσει την κύρια οδική αρτηρία από την Έδεσσα προς τη Θεσσαλονίκη, επιτρέπει την επάνδρωσή της με σχετικά περιορισμένες δυνάμεις και στηρίζει τα πλευρά της στο όρος Πάικο από τα βόρεια και στη λίμνη από τα νότια. Την τοποθεσία υπερασπιζόταν η 14η Μεραρχία Σερρών, μαζί με τις δυνάμεις που συμπτύχθηκαν από τη Βέροια και την Κοζάνη, ενώ νότια της λίμνης βρίσκονταν τμήματα της 22ης Μεραρχίας και της Μεραρχίας Εφέδρων Νεάπολης.
Από το πρωί της 19ης Οκτωβρίου και με βάση τη διαταγή επιχειρήσεων άρχισε η προέλαση της Στρατιάς προς τα ανατολικά. Κατά τιςτελευταίες απογευματινές ώρες, η VI Μεραρχία, που ενεργούσε στο αριστερό της διάταξης, κατόρθωσε να διασπάσει την εχθρική τοποθεσία και τμήματά της να φθάσουν στα νότια του χ. Πενταπλάτανος. Οι προϋποθέσεις για τη νίκη του ελληνικού στρατού είχαν δημιουργηθεί και την επομένη οι σφοδρές επιθέσεις των II και IV Μεραρχιών σε συνδυασμό με τη διείσδυση της VI Μεραρχίας ανάγκασαν τις τουρκικές δυνάμεις να συμπτυχθούν μπροστά στον κίνδυνο να αποκοπούν.
Παράλληλα, στο νότιο τομέα, η VII Μεραρχία και η Ταξιαρχία Ιππικού, λόγω αδυναμίας συντονισμού, δεν εκμεταλλεύθηκαν την επιτυχή διάβαση του Λουδία ποταμού και δεν καταδίωξαν τα συμπτυσσόμενα τουρκικά τμήματα προς τις γέφυρες του Αξιού.
Ενώ διεξαγόταν η μάχη των Γιαννιτσών, η V Μεραρχία, που είχε οριστεί να καλύπτει τη Στρατιά από τα βορειοδυτικά και βρισκόταν στην περιοχή του Αμυνταίου, άρχισε να προελαύνει προς το Μοναστήρι, θεωρώντας ο διοικητής της ότι απέναντι του βρίσκονταν ελάχιστες τουρκικές δυνάμεις χωρίς ηθικό και διάθεση για αντίσταση. Ωστόσο, η προέλαση της μεραρχίας διακόπηκε απότομα λόγω της εμφάνισης ισχυρών τουρκικών δυνάμεων που άνηκαν στη 17η Μεραρχία, με αποτέλεσμα να μεταπέσει σε άμυνα στην περιοχή του Αμυνταίου, ενώ ζήτησε την αποστολή ενισχύσεων από το Γενικό Στρατηγείο.
Το βράδυ 23/24 Οκτωβρίου τμήματα της μεραρχίας προσβλήθηκαν από ένα μικρό τουρκικό απόσπασμα, με αποτέλεσμα η ενέργεια αυτή να προκαλέσει αδικαιολόγητο πανικό και σύγχυση σε ολόκληρη τη μεραρχία. Τελικά, μετά και την άφιξη των ενισχύσεων, το μέτωπο στη δυτική Μακεδονία σταθεροποιήθηκε και οι εκεί μονάδες εγκαταστάθηκαν αμυντικά στα βορειοδυτικά της Κοζάνης, αναμένοντας την άφιξη της Στρατιάς.
.
(Συνεχίζεται)
Σημειώσεις
1. Εθελοντικό σώμα που συνέστησε για πρώτη φορά ο Ιταλός Giuseppe Garibaldi το 1860, με σκοπό να μάχεται στο πλευρό όσων πολεμούσαν για την ελευθερία τους. Ο γιός του, Ricciotti Garibaldi, πολέμησε στο πλευρό των Ελλήνων, επικεφαλής περίπου 2.300 φιλελλήνων και Ελλήνων εθελοντών. Οι Έλληνες του Σώματος των Γαριβαλδινών αποτελούσαν ιδιαίτερο τμήμα υπό τον Αλέξανδρο Ρώμα και ήταν γνωστό ως «Σώμα Ερυθροχιτώνων» λόγω του ερυθρού χιτωνίου της στολής τους, βλ. Γενικό Επιτελείο Στρατού/Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (στο εξής ΓΕΣ/ΔΙΣ), Ο Ελληνικός Στρατός κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, τ. Α΄, Αθήνα 1988, σημ. 1, 20.
2. Γενικόν Επιτελείον Στρατού – Πολεμική Έκθεσις (στο εξής ΓΕΣ-ΠΕ), Ο Ελληνικός Στρατός κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, Παράρτημα τόμου Α΄, εν Αθήναις 1940, 129, αρ. 325.
3. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Ο Ελληνικός Στρατός, τ. Α΄, 64.
4. Στο ίδιο, 67
.
ΠΗΓΗ (αρχείο σε μορφή scribt)
Σχετική ανάρτηση στον Αβέρωφ: Διάγγελμα Βασιλέως Γεωργίου τοῦ Α’ (5 Ὀκτ.1912)
Εικόνα: Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Εμπρός» της 5ης Οκτωβρίου 1912 από τη Wiki
Σχολιάστε