.
του Παύλου Παπανότη, συνταξιούχου εκπαιδευτικού
Την 8η Μαΐου 1945 ο Γερμανός στρατηγός Wilhelm Keitel υπέγραψε στο Βερολίνο τη συνθηκολόγηση με τους Σοβιετικούς, τους Αμερικανούς και τους Άγγλους, αναγνωρίζοντας την ήττα των Δυνάμεων του Άξονα. Το κείμενο της συνθήκης δεν περιλάμβανε παρά έναν ουσιαστικό όρο : την παράδοση της Γερμανίας άνευ όρων.
Επακολούθησαν πυρετώδεις συνομιλίες των ηγετών των νικητών, για να καθορίσουν το νομικό καθεστώς της ηττημένης Γερμανίας. Παράλληλα τους απασχόλησε και το θέμα των επανορθώσεων, τις οποίες έπρεπε να καταβάλουν οι Γερμανοί στις καταστραφείσες κατά τον πόλεμο χώρες.
Κατά την τετραετία 1940 – 1944 οι βασικές υποδομές της Ελλάδας είχαν υποστεί πολλές καταστροφές. Ήταν φυσικό λοιπόν οι ελληνικές μεταπολεμικές κυβερνήσεις να διεκδικήσουν πολεμικές αποζημιώσεις από τους Γερμανούς (καθώς και από τους συμμάχους τους, Ιταλούς και Βούλγαρους), για να καταστεί δυνατή η ανασυγκρότηση της χώρας. Βάσει διεθνών συμφωνιών που υπογράφηκαν το 1945 – 1946 οι επανορθώσεις, τις οποίες έπρεπε να καταβάλει η Δυτική Γερμανία στο ελληνικό κράτος, ήταν ποικίλων μορφών:
1.Εγκατάσταση βιομηχανικών μονάδων.
Με τη συμφωνία του Πότσδαμ (2 Αυγούστου 1945) είχε καθοριστεί από τις νικήτριες δυνάμεις ότι, για να επιτευχθεί η μείωση της ικανότητας της Γερμανίας να εξαπολύσει κατά της ανθρωπότητας νέα επίθεση, η βιομηχανική παραγωγή της θα περιοριζόταν.