αναδημοσίευση από τον ΕΚΗΒΟΛΟ
απόσπασμα άρθρου της Fernanda Decleva Caizzi
.
Η ιστορία του Θουκυδίδη είναι η καλύτερη μαρτυρία για αυτήν την πορεία εκφυλισμού. Η αισιόδοξη προπαγάνδα του Περικλή στον επιτάφιο λόγο πλαισιώνεται από μια ψύχραιμη και απομυθοποιητική ανάλυση της ανθρώπινης φύσης και των κινήτρων της.[1] Παραθέτουμε εδώ επιλεκτικά ορισμένα από τα πλέον περίφημα χωρία.
Στην περιγραφή της εξάπλωσης του λοιμού στην Αθήνα, ο Θουκυδίδης σχολιάζει τον τρόπο με τον οποίο η ἀνομία προέκυψε από την αποδιοργάνωση της καθημερινής ζωής (2.53):
θεῶν δέ φόβος ἤ ἀνθρώπων νόμος οὐδείς ἀπεῖργε, τό μέν κρίναντες ἐν ὁμοιῳ καί σέβειν καί μή ἐκ τοῦ πάντας ὁρᾶν ἐν ἴσῳ ἀπολλυμένους, τῶν δέ ἁμαρτημάτων οὐδείς ἐλπίζων μέχρι τοῦ δίκην γενέσθαι βιούς ἄν τήν τιμωρίαν ἀντιδοῦναι…
[«Φόβος των θεών ή νόμος των ανθρώπων κανένας δεν τους συγκροτούσε, απ’ τη μια γιατί έκριναν, με το να βλέπουν πως όλοι χάνονταν όμοια, ότι ήταν το ίδιο να δείχνουν σεβασμό ή όχι, απ’ την άλλη, γιατί κανένας δεν περίμενε ότι θα ζούσε ώσπου να γίνει δίκη και να τιμωρηθεί για τα ανομήματά του…» (Μετάφραση Α. Γεωργοπαπαδάκου, Θουκυδίδη Ιστορία, Θεσσαλονίκη 1985)].
Στη χαώδη κατάσταση που προκάλεσε ο λοιμός, ήρθαν στην επιφάνεια οι απαιτήσεις και οι παρορμήσεις της ατομικής φύσης που αποκάλυψαν, έτσι, τον καθαρά συμβατικό χαρακτήρα των κοινωνικών κανόνων για τους οποίους καμάρωναν οι Αθηναίοι, σύμφωνα με τα λεγάμενα ίου Περικλή.