Πολλά εἶναι αὐτά πού συμβαίνουν καί γιά τά ὁποῖα ἀπορεῖ καί ἐκπλήσσεται κανείς. Ἀπορεῖ κατ᾽ἀρχάς μέ τό ποῦ θά φθάσῃ αὐτό τό πνευματικό κατρακύλισμα τῆς κοινωνίας καί ἐκπλήσσεται γιά τό ὅτι σχεδόν ἔπαυσαν νά ὑπάρχουν οἱ πνευματικές καί ἠθικές ἐκεῖνες ἀντιστάσεις, πού σέ παλαιότερες ἐποχές λειτουργοῦσαν ἐν τῷ ἅμα ὅταν ἔκανε τήν ἐμφάνισί του κάποιος κίνδυνος πνευματικῆς παρεκτροπῆς, ἐκκλησιολογικῆς ἀποδομήσεως κλπ. Ἀλλά, ἐκεῖ πού ἡ ἔκπληξις φθάνει εἰς τά ὅρια τοῦ θαυμασμοῦ, εἶναι γιά τά ὅσα συμβαίνουν εἰς τόν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας εἰς ὅλους σχεδόν τούς τομεῖς, κυρίως ὅμως εἰς τά θέματα πού ἔχουν νά κάνουν μέ τίς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν ἑτεροδόξων ἀλλά καί τῶν ἀλλοθρήσκων.
Ἡ κατάστασις εἰς τόν τομέα τῶν διαχριστιανικῶν καί διαθρησκειακῶν σχέσεων ἔχει φθάσει σέ τέτοιο σημεῖο πού σέ σχέσι μέ λίγες δεκαετίες πρίν,ὅταν κανείς φωτογραφίζῃ τά γεγονότα καί ἀντικειμενικά κρίνῃ τίς καταστάσεις, αἰσθάνεται ὅτι ἀπό τότε ἔχουν περάσει ὄχι κάποια ἔτη, ἀλλά αἰῶνες. Βεβαίως, ἡ ὁποιαδήποτε χρονική διάρκεια δέν δικαιολογεῖ ἀλλοιώσεις, παραχωρήσεις κλπ.
Ἐπειδή ὅμως δέν μᾶς καλύπτουν οἱ γενικολογίες εἰς τά θέματα αὐτά, ἄς βάλλωμε τόν «δάκτυλον ἐπί τόν τύπον τῶν ἥλων» καί ἄς περάσωμε νά δοῦμε τό παρόν συγκριτικά μέ τό παρελθόν.
Ὅταν ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας εἰς τήν «ἀγωνία τῆς Γεθσημανῆ ἔδινε τά φιλιά καί τούς »ἀδελφικούς» ἀσπασμούς…» καί ἐν γνώσει του ἐλάμβανε τήν φρικτήν ἀπόφασιν νά ποδοπατήσῃ τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνες, προσβάλλοντας τόν ὅμιλον τῶν Ἁγίων Πατέρων καί, ὅταν μαζί του ἔσπευσαν νά ἐπιδείξουν «ἀγαπολογίαν», «ἀγαλλομένῳ ποδί», ὅσοι ἄγευστοι τῶν πατρικῶν παραδόσεων καί τῆς πονεμένης Ρωμηοσύνης, οἱ ἄγρυπνοι φρουροί τῆς Ὀρθοδοξίας ἐσάλπιζαν τό «κίνδυνος ἐν ὄψει». Αὐτό δέ τό ἐγερτήριον σάλπισμα ἐφέρετο ὑπό τήν πνοήν τοῦ Πνεύματος ἀφυπνίζοντας τούς ἀγρύπνους φρουρούς, ἤτοι Κλῆρον καί λαόν, πρωτοστατούντων τῶν ὁμολογιακῶν καί ὁσιακῶν μορφῶν.