Τα αποτελέσματα της Ρωσσοτουρκικής συρράξεως της κατ’ Οκτώβριον του 1853 αρξαμένης και ήν επηκολούθησεν ο Κριμαϊκός Πόλεμος διά της συμμετοχής εις τον αγώνα της Γαλλίας και της Αγγλίας, υπήρξαν πολύ σοβαρότερα εν Ελλάδι ή εις τα σλαβικά κράτη της εγγύς Ανατολής.
Είναι γνωστόν ότι τα εννέα δέκατα του Ελληνικού έθνους επί κεφαλής έχοντα τον Βασιλέα και την Βασίλισσαν συνεπάθουν ειλικρινώς προς την Ρωσσίαν, ουδέ ηδύνατο να εκπλήξη η τοιαύτη συμπάθεια, αφ’ ού η Ρωσσία αντηγωνίζετο προς τον προαιώνιον και κατά το φαινόμενον μόνον εχθρόν των Ελλήνων, επειδή κατ’ εκείνον τον χρόνον δεν υφίστατο ο κίνδυνος του Ελληνισμού εκ μέρους της ανεξαρτήτου Βουλγαρίας.
Απότοκος των αισθημάτων τούτων υπήρξεν ο εν Αθήναις κατά τον χειμώνα του 1853 επικρατήσας φιλοπόλεμος οργασμός και ο εν τη πρωτευούση καταρτισμός σωμάτων υπό την απροκάλυπτον προστασίαν της Βασιλίσσης χάριν επαναστάσεως κατά την άνοιξιν. Εξ ετέρου δε ότι ήλθεν ο χρόνος της προσδοκωμένης αποστασίας ικανοί Έλληνες αξιωματικοί παρητήθησαν, όπως ενωθώσι μετά των συμμοριών κατά τα σύνορα. (σ.Π/Β: Πρόκειται για την προετοιμασία των Αλυτρωτικών εξεγέρσεων στις τουρκοκρατουμενες περιοχές που ξεκίνησαν από την Ήπειρο και επεκτάθηκαν σε Θεσσαλία και Μακεδονία. Η προετοιμασία έγινε με την σιωπηλή υποστήριξη του Στέματος).
Από του Ιανουαρίου ήδη του 1854 το Ραδοβίζι πλησίον της Άρτης ανεπέτασε την σημαίαν της επαναστάσεως το δε Μάρτιον ελάμβανε χώραν η πρώτη μάχη εις του Πέτα, ενώ ο Θεόδωρος Γρίβας εισήλαυνεν εις το Μέτσοβον. Παραλλήλως δε προς την εν Ηπείρω επαναστατικήν κίνησιν και εν Θεσσαλία εισήλαυνον συμμορίαι υπό τον Χατζηπέτρον.