Ο Σταμάτης Κλεάνθης, αρχιτέκτονας, πολεοδόμος και επιχειρηματίας, γεννήθηκε στο τουρκοκρατούμενο Βελβεντό το έτος 1802 και πέθανε στην Αθήνα το 1862.
Φοίτησε στην Κοινοτική Σχολή Βελβεντού, αλλά ήδη στα εφηβικά του χρόνια πήγε στο Βουκουρέστι, όπου ανθούσε μια βελβεντινή κοινότητα. Εκεί συνέχισε τις σπουδές στην Ελληνική Σχολή, δίπλα στον Ηπειρώτη λόγιο Νεόφυτο Δούκα.
Το Μάρτιο του 1821 άφησε το Βουκουρέστι και εντάχθηκε στον Ιερό Λόχο με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Στο Δραγατσάνι που έγινε η μάχη με τους Τούρκους, όπου οι περισσότεροι Έλληνες έχασαν τη ζωή τους, ο Κλεάνθης πιάστηκε αιχμάλωτος και μεταφέρθηκε στην Πόλη για να θανατωθεί. Κατάφερε όμως να δραπετεύσει, να πάει στη Βιέννη και από εκεί στη Λειψία.
Στην Ευρώπη αρχίζει για τον Σταμάτη Κλεάνθη ένας νέος κύκλος, καθώς ξεκινά τις σπουδές του πάνω στην Αρχιτεκτονική, στη σχολή της Λειψίας. Γρήγορα όμως τον τράβηξε η Αρχιτεκτονική Σχολή της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Βερολίνου, εγκατέλειψε τη Λειψία και φοίτησε δίπλα στον καθηγητή Φριδερίκο Σίνκελ ( Fr . Schinkel ).
Είναι εκεί στο Βερολίνο που από Σταμάτης Σταματίου – που ήταν το κανονικό του όνομα – πήρε το όνομα Στάματης Κλεάνθης: οι γερμανοί φίλοι και καθηγητές του, επειδή τον θαύμαζαν για το διπλό αγώνα που έδινε, σπουδάζοντας και δουλεύοντας ως εμπορικός μεσίτης και διερμηνέας στις εμποροπανηγύρεις της Λειψίας, τον ονόμασαν Κλεάνθη, κατά τον αρχαίο Κλεάνθη τον Φρεάντλη. Οι καθηγητές του αναγνώρισαν τη μεγάλη αξία, εκτίμησαν την εξυπνάδα και τον ακέραιο χαρακτήρα του. Ο Στάματης Κλεάνθης πήρε το πτυχίο του με άριστα από τον ίδιο τον βασιλιά της Πρωσσίας.