(Σύνοδος Ιεραρχίας: Υποχωρητικοί στα σοβαρότερα, ανυποχώρητοι στη μισθοδοσία)
Δρ Τσακαλίδης Γεώργιος
Θεολόγος-Θρησκειοπαιδαγωγός
Η συμφωνία μεταξύ Πρωθυπουργού και Αρχιεπισκόπου, που ανακοινώθηκε στις 6 Νοεμβρίου, χαρακτηρίστηκε τόσο από τη μία όσο και από την άλλη πλευρά ως «ιστορική». Εντούτοις χρειάστηκαν μόλις 10 ημέρες για να τιναχθεί στον αέρα από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, που δεν συμφώνησε με τις επιλογές του Αρχιεπισκόπου στο θέμα της μισθοδοσίας του Κλήρου. Ήταν μια βεβιασμένη και επιπόλαια συμφωνία, αφού ούτε ο κ. Τσίπρας συνεννοήθηκε με τα άλλα κόμματα της Βουλής, ούτε καν με το δικό του κόμμα, ούτε ο Αρχιεπίσκοπος είχε ενημερώσει προηγουμένως την Ιεραρχία και τον Πατριάρχη, στον οποίο υπάγονται οι Μητροπόλεις των νέων χωρών, η ημι-αυτόνομη Εκκλησία της Κρήτης και οι Μητροπόλεις της Δωδεκανήσου. Παρά ταύτα εμφανίστηκε ως συμφωνία Κράτους και Εκκλησίας (δες πρωτοσέλιδο της Εφημερίδας των Συντακτών στις 17. 11.). Λες και δύο άνθρωποι, ένας από την κάθε πλευρά, είναι υπέρ-αρκετοί για να επιτευχθεί μία συμφωνία που να αντέχει στο χρόνο.
Η συμφωνία αυτή υπηρετούσε de facto σκοπιμότητες, προκειμένου να προωθηθούν αλλαγές στην αναθεώρηση του Συντάγματος. Χαρακτηρίστηκε ως προϊόν συναλλαγής μεταξύ Τσίπρα και Ιερώνυμου. Ο πρώτος εξασφάλιζε τη συγκατάθεση της Εκκλησίας για το ουδετερόθρησκο του κράτους στο σύνταγμα και 10.000 νέες θέσεις εργασίας στο δημόσιο (αυτές των ιερέων που θα έφευγαν), πολύ χρήσιμες στον προεκλογικό του αγώνα, και ο δεύτερος τη συνέχιση της μισθοδοσίας του Κλήρου από τον κρατικό κορβανά. Σκόνταψαν όμως στη σθεναρή άρνηση της πλειονοψηφίας των ιεραρχών.