αναδημοσίευση από τον Χείλωνα
.
Τo 416 π.Χ. κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Αθηναίοι με επικεφαλής τους στρατηγούς Κλεομήδη, υιό του Λυκομήδη και Τεισία υιό του Τεισιμάχου, εξεστράτευσαν κατά της νήσου Μήλου. Είχαν μαζί τους τριάντα δικά τους πλοία και οκτώ συμμαχικά (έξι από τη Χίο και δύο από τη Λέσβο) και η στρατιωτική τους δύναμη αποτελείτο από Αθηναίους (1.200 οπλίτες, 300 τοξότες και 20 έφιππους τοξότες) και συμμάχους κυρίως νησιώτες (1.500 περίπου) συνολικά δηλαδή είχαν μια δύναμη 3.000 περίπου ανδρών. Οι Μήλιοι όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης – ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων και ηρνούντο να υποταχθούν στους Αθηναίους όπως έπραξαν οι λοιποί νησιώτες. Στην αρχή μεν του Πελοποννησιακού πολέμου τήρησαν ουδετερότητα κατόπιν όμως, πιεζόμενοι από τους Αθηναίους, που ερήμωναν το έδαφός τους, περιήλθαν σε κατάσταση πολέμου εναντίον τους. Οι τελευταίοι θέλοντας να ξεκαθαρίσουν – μια για πάντα – το πρόβλημα της Μήλου, στρατοπέδευσαν έξω από τα τείχη της πόλεως και έστειλαν προς διαπραγμάτευση πρέσβεις, σε μια προσπάθεια ειρηνικής υποταγής της νήσου. Οι Μήλιοι δεν παρουσίασαν τους πρέσβεις ενώπιον του λαού, όπως γινόταν σε άλλες περιπτώσεις, αλλά προφανώς φοβούμενοι μήπως ο λαός παρασυρθεί από τα επιχειρήματα των πρέσβεων και δεν λάβει τη σωστή απόφαση, εζήτησαν από αυτούς να εκθέσουν τον σκοπό της ελεύσεώς των προς τις αρχές του τόπου και το κυβερνητικό συμβούλιο της Μήλου.
Οι Αθηναίοι πρέσβεις, αρχίζοντας την ομιλία τους, είπαν ότι εφόσον δεν πρόκειται να μιλήσουν ενώπιον του λαού αλλά η συνδιάσκεψη θα είναι κλειστή, επιτρέπουν εις τους Μηλίους, αντί να περιμένουν το τέλος του λόγου των Αθηναίων, να απαντούν αμέσως σε κάθε σημείο στο οποίο διαφωνούν, εκθέτοντας την άποψη – διαφωνία τους. Τότε άρχισε ένας από τους σημαντικότερους διαλόγους Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »