αναδημοσίευση από τα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας
απόσπασμα από το βιβλίο του Gilbert Murray
«Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής λογοτεχνίας»
.
Μεταξύ των πλησιεστέρων εταίρων του Σωκράτους ήσαν και δύο ιππείς, όχι πολύ διαφόρου ηλικίας· και οι δύο είχον αριστοκρατικάς και αντιθέτους του δήμου παραδόσεις, αι οποίαι παρεκώλυον πάσαν πολιτικήν των φιλοδοξίαν, αλλ’ ουδέτερος αυτών ηγάπα να είναι μόνον λογογράφος. Και ο μεν Πλάτων έμεινεν εν Αθήναις, σπουδάζων μουσικήν, μαθηματικά, ρητορικήν και φιλοσοφίαν, γράφων και καίων διθυράμβους και σχεδιάζων ευριπιδείους τραγωδίας. Ο δε ΞΕΝΟΦΩΝ έφυγε διά να ζητήση τύχην έξω της Ελλάδος. Ελέγετο ότι ο Σωκράτης, απαντήσας πρώτην Φοράν παιδίον τον Ξενοφώντα, τον εσταμάτησε διά της ράβδου του και τον ηρώτησεν αποτόμως πού εγίνοντο διάφορα πράγματα. Ο μικρός ήξευρε και απεκρίθη προσηνώς· αλλ’ ο Σωκράτης επροχώρησε· Και «πού καλοί, καγαθοί γίνονται άνθρωποι;» Το παιδίον εστάθη ενεόν. «Λοιπόν ακολούθει με», του είπεν ο φιλόσοφος. Ο λόγος είναι ben trovato. Ο Ξενοφών ουδέποτε ήτο φιλόσοφος, αλλ’ ήτο τύπος καλού καγαθού· δηλαδή νους τετράγωνος, ευσεβής· κυνηγός και στρατιώτης· καλός οικογενειάρχης ουδέποτ’ έχων θεωρητικάς τάσεις ουδέ διάθεσιν να επικρίνη την κοινήν περί θεών ή νόμων δόξαν, αλλ’ έτοιμος να κηρύσση και να φιλοσοφή ησύχως περί πάντων των ολιγώτερον επικινδύνων ζητημάτων.