.
«Αγαπητοί φίλοι της Σύναξης,
Σας ευχαριστώ που μου στείλατε το ερωτηματολόγιό σας θεωρώντας με χριστιανό. Είναι αλήθεια ότι παλαιότερα δεν πίστευα ότι μπορούσα να λέγομαι χριστιανός, εφόσον «πίστις άνευ έργων νεκρά εστί». Για να μην σκανδαλίζω όμως τους φίλους με τέτοιες ακρότητες, δέχτηκα να λέω ότι κινούμαι στα περίχωρα του χριστιανισμού. Το πιο σωστό θα ήταν να παραδεχτώ ότι οι χριστιανικές εμπειρίες της νεότητός μου με στηρίζουν ακόμη και σήμερα και με ανανεώνουν πνευματικά.
Αυτά σαν πρόλογος σε μια σημαντική διαπίστωση: Φαίνεται ότι είμαι από τους παλαιότερους ποιητές, που επιμένουν να βλέπουν την ποίηση σαν εξομολόγηση. Είναι κι αυτό ένα κατάλοιπο από τη θητεία μου στα κατηχητικά. Από πολύ νωρίς κατάλαβα και εφάρμοσα το ότι η εξομολόγηση μας ελαφρώνει από αυτό που μας βαραίνει και ότι αυτό ακριβώς ισχύει (ή θα έπρεπε να ισχύει)και στην ποίηση.
Φυσικά, τα πράγματα δεν είναι και τόσο απλά, τουλάχιστον για μένα. Πρώτα – πρώτα, η σωστή εξομολόγηση προϋποθέτει τη μετάνοια και συνακόλουθα την αλλαγή του τρόπου ζωής, ενώ εγώ δυστυχώς νομίζω ότι παραμένω αμετανόητος. Και όπως λέω σε ένα ποίημά μου, «ούτε να πεθάνω θέλω, ούτε και να γιατρευτώ, / θέλω απλώς να βολευτώ στην καταστροφή μου». Έτσι λοιπόν η εξομολόγησή μου μοιάζει με την πρόκληση. Ξέρω βέβαια το γιατί: η στέρηση εύκολα μετατρέπεται σε επιθετικότητα. Ίσως γι’ αυτό μερικοί με θεωρούν αιρετικό.