Μπλάθρας Κωνσταντίνος, Δέκα σκαλιά για την Ανάσταση, 1η έκδ., Αθήνα, Μαΐστρος, 2008.
Ο θάνατος είναι το αξεπέραστο όριο. Είναι η διάψευση όλων των ανθρώπινων πραγμάτων. Στην εκρηκτικής ωραιότητας ακολουθία της κηδείας, που είναι αριστουργηματική όταν ψέλνεται βυζαντινά, θρηνωδείται η καταστροφή όλων των ανθρωπίνων. Η ομορφιά σβήνει, η νεότητα παρέρχεται, τα πλούτη διασκορπίζονται, η εξουσία συντρίβεται, η δόξα μαραίνεται. Ακόμα και η δικαιοσύνη χάνει το πρόσωπό της: «ἆρα τίς ἐστιν, βασιλεὺς ἢ στρατιώτης, ἢ πλούσιος ἢ πένης, ἢ δίκαιος ἢ ἁμαρτωλός;» θρηνωδεί ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.[1] Σαν όνειρο χάνονται, σαν τη σκιά εξαφανίζονται όλα!
Ας ζήσουμε σήμερα τη συντριβή των μαθητών. Πριν από λίγο είχαμε μαζί μας τον Δάσκαλο, τον ακούγαμε, τον αγαπούσαμε και τον πιστεύαμε κατά το ανθρωπίνως δυνατόν. Τώρα κείτεται νεκρός, άπνους, το σώμα του σφραγίζεται στον τάφο και φυλάσσεται από τους στρατιώτες. «Πῶς, πῶς σιγᾷς νῦν, ούδʾ ὑπανοίγεις στόμα;». Μ’ αυτά τα λόγια βλέπει την Παναγία να θρηνεί σήμερα ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.[2]