Το φθινόπωρο του 1955 ήταν ιδιαίτερα θερμό για την Κύπρο.
Η ΕΟΚΑ είχε κλιμακώσει τις επιχειρήσεις της, προκαλώντας αναστάτωση τόσο στη βρετανική διοίκηση του νησιού όσο και στην κυβέρνηση του Λονδίνου.
Στις 11 Δεκεμβρίου, ο αρχηγός της οργάνωσης Γεώργιος Γρίβας – Διγενής, μαζί με το πρωτοπαλίκαρο του τον Γρηγόρη Αυξεντίου και 12 ακόμη μαχητές βρίσκονταν σε κρησφύγετο κοντά στο χωριό Σπήλια, ανατολικά της Κακοπετριάς.
Ξαφνικά στο χωριό έφτασαν φορτηγά γεμάτα Βρετανούς στρατιώτες. Ο Αυξεντίου διατάχθηκε από τον Γρίβα να προβεί σε αναγνώριση.
Όταν επέστρεψε, μετά από μισή ώρα, ανέφερε ότι εχθρική δύναμη από 200-250 άνδρες κινείτο από τα Σπήλια προς το κρησφύγετο τους.
Η κορυφογραμμή βόρεια του χωριού, όπου βρίσκονταν οι άνδρες της ΕΟΚΑ, είχε καλυφθεί από πυκνή ομίχλη.
Ο Αυξεντίου, με λίγους άνδρες, προωθήθηκε σε ρόλο επιτήρησης.
Η διαταγή του Γρίβα ήταν να βάλλει κατά του εχθρού μόλις αυτός πλησιάσει, ώστε να ειδοποιηθούν οι υπόλοιποι, οι οποίοι είχαν καταλάβει επίκαιρες θέσεις στην κορυφογραμμή.