του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου -συγγραφέα
.
ΓΕΩΡΓΙΑ: Τα σιτηρά εξακολουθούν, κατά τους πρώτους βυζαντινούς χρόνους να αποτελούν την κυριότερη πλουτοπαραγωγική πηγή του εύφορου κάμπου της Θεσσαλίας. Έτσι η Expositio Totius Mundi et Getium, τον τέταρτο αιώνα, λέει για τη Θεσσαλία ότι «… άφθονο σίτον έχει …1». Αργότερα, τον Ιούλιο του 677, όταν η Θεσσαλονίκη πολιορκούνταν από Ρηγχίνους και Σαγουδάτους Σλάβους, οι πολιορκημένοι προμηθεύονταν το απαραίτητο γι’ αυτούς σιτάρι από τους Βελεγηζίτες Σλάβους της ΝΑ. Θεσσαλίας. Την πληροφορία αντλούμε από το βιβλίο «Τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου2». Πληροφορίες για το όργωμα των σταροχώραφων της Λάρισας καθώς και για τον θερισμό του Ιουνίου μας δίνει ο Κεκαυμένος3.
Το 1037, όταν η Κων/λη αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα λόγω λιμού, ο Ιωάννης Ορφανοτρόφος, αδελφός του αυτοκράτορα Μιχαήλ Δ΄, αγόρασε από περιοχές της νοτιότερης Ελλάδας κι όχι από τη Θεσσαλία, σίτο εκατό χιλιάδων μοδίων. Φαίνεται λοιπόν ότι ο λιμός αυτός είχε «χτυπήσει» την ίδια περίοδο και το σιτοβολώνα των Βυζαντινών, τη Θεσσαλία. Στο τέλος του 12ου αιώνα ο Μ. Χωνιάτης, απευθυνόμενος στους Κωνσταντινουπολείς, τους θυμίζει ότι οι πεδιάδες της Θεσσαλίας καλλιεργούνταν γι’ αυτούς. Ο Προκόπιος, νωρίτερα τον 6ο αιώνα, αναφέρεται και στις πλούσιες καλλιέργειες «παντοίων καρπών» της Θεσσαλίας4.
Ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός κατά την εκστρατεία του στη Θεσσαλία κατά των Νορμανδών, πέρασε από τα πλούσια «κηπουρεία του Δελφινά»5. Επρόκειτο για τα κτήματα του Βλάχου άρχοντα της Λάρισας Νικουλιτζά Δελφινά.