αναδημοσίευση από τα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας
άρθρο του αντιστρατήγου ε.α. Ιωάννη Κρασσά
.
«Μία ανεπηρέαστος Ελλάς είναι πράγμα αδιανόητο. Η Ελλάς είτε θα είναι ρωσική, είτε θα είναι αγγλική. Και επειδή δεν πρέπει να είναι ρωσική, πρέπει να είναι αγγλική». Έντμουντ Λάιονς(1780-1858), ο πρώτος Βρετανός πρέσβης στην Ελλάδα.
Η Επανάσταση
Η επανάσταση των Ελλήνων, για την απελευθέρωσή τους από τα δεσμά του Οθωμανικού ζυγού, ξεκίνησε την 22α Φεβρουαρίου του 1821, από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ιάσιο της Ρουμανίας και τερματίσθηκε την 3η Φεβρουαρίου του 1830, με την υπογραφή του Πρωτόκολλου του Λονδίνου, με το οποίο αναγνωρίσθηκε η ανεξαρτησία της Ελλάδος[1].
Η επανάσταση του 1821, διαδραματίσθηκε σε δύο πεδία. Το ένα αφορούσε το καθαυτό «πεδίο της μάχης» και περιλάμβανε τα στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στις εξεγερθείσες περιοχές. Το άλλο αφορούσε το διπλωματικό πεδίο, όπου πρωταγωνίστησαν οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Αυστρία, η Ρωσία και η Πρωσία. Οι Έλληνες πίστευαν ότι μόνο με ένοπλο αγώνα θα αποκτούσαν την ελευθερία τους. Ο ξεσηκωμός του γένους υπήρξε καρπός του πατριωτισμού, της χριστιανικής πίστεως, της έμφυτης αγάπης προς την ελευθερία, και της πολεμικής αρετής της φυλής μας. Οι ξένοι ηγέτες ήθελαν να εκμεταλλευθούν προς όφελός τους την αποδυνάμωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας και την εμφάνιση ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους στην βαλκανική. Το ηθικό και το δίκαιο του αγώνος συγκινούσε μόνο τους Φιλέλληνες, η συμβολή των οποίων υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη του αγώνος.
Η Διπλωματία
Το συνέδριο στο Λάϋμπαχ της Αυστρίας[2](26 Ιανουαρίου έως 12 Μάϊου 1821) και αυτό στη Βερόνα[3] της Ιταλίας τον Δεκέμβριο του 1822, συνέπεσαν με την έναρξη της επαναστάσεως. Ο αγώνας των Ελλήνων δεν συζητήθηκε σ’ αυτά τα συνέδρια, θεωρούμενος ως εσωτερικό θέμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι στρατιωτικές επιτυχίες των επαναστατών(Άλωση της Τριπόλεως, νίκη του Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια, πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδος από τον Κανάρη στην Χίο κ.α.) δημιούργησαν τετελεσμένα που δεν μπορούσαν να αγνοηθούν και έδωσαν μια διαφορετική δυναμική στο όλο εγχείρημα. Η ευόδωση των προσπάθειών και των θυσιών εξαρτώντο πλέον, από τα ανακτοβούλια[4] των ευρωπαίων ηγεμόνων, στα οποία πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτιζαν κυρίως οι υπουργοί των εξωτερικών. Οι ενέργειες όλων αυτών των σημαντικών προσωπικοτήτων, ανεξαρτήτως των πιστεύω και των προτιμήσεων τους, στόχευαν στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των χωρών τους και μόνο. Η διπλωματία την εποχή εκείνη διακρινόταν για ένα εκλεπτυσμένο κώδικα συμπεριφοράς και μια δεοντολογία, που δεν εμπόδιζε τους διπλωμάτες να λαμβάνουν τις σκληρότερες των αποφάσεων, «σφάζοντας στην κυριολεξία με το βαμβάκι». Η αντιμετώπιση της Ελληνική Επαναστάσεως αποτέλεσε μέρος του ονομαζόμενου «Ανατολικού Ζητήματος[5]», που αφορούσε στο ενδεχόμενο διαλύσεώς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οι θέσεις των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης προς την ελληνική επανάσταση ήσαν:
Η Ρωσία