
Εικόνες πανικού των επενδυτών έξω από το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης κατά τη «μαύρη Τρίτη» (29 Οκτωβρίου 1929)
αναδημοσίευση από τα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας
άρθρο του Ιωάννη Δασκαρόλη
.
Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Ελλάδας, μετά τον εκλογικό του θρίαμβο στις εκλογές της 19ης Αυγούστου1928, παρουσίασε στις προγραμματικές του δηλώσεις στη Βουλή ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων οι οποίες, κατά την εκτίμησή του, θα έθεταν την Ελλάδα σε αναπτυξιακή οικονομική τροχιά επιλύοντας και το οξύ προσφυγικό πρόβλημα που της είχε κληροδοτήσει η Μικρασιατική Καταστροφή. Παράλληλα όμως, αναγνώρισε πως η χώρα δεν διέθετε την κεφαλαιακή επάρκεια για να χρηματοδοτήσει αυτό το πρόγραμμα και εκδήλωσε την πρόθεσή του να στραφεί σε εξωτερικό δανεισμό ο οποίος θα καλυπτόταν κυρίως από Άγγλους κεφαλαιούχους που ήδη είχαν επενδύσει κάποια κεφάλαια μετά το 1922, αλλά ήταν πρόθυμοι να διευρύνουν την παρουσία τους στην Ελλάδα, καθώς φαινόταν να αποκαθίσταται η πολιτική της σταθερότητα.
Αρχικά, οι οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα έδειχναν θετικές. Η δραχμή, μετά από 15 χρόνια συνεχούς υποτίμησης, σταθεροποιήθηκε στη διετία της Οικουμενικής Κυβέρνησης με σταθερή ισοτιμία (1) προς την αγγλική λίρα και εντάχθηκε στον «κανόνα του χρυσού» (2) στις 12 Μαΐου 1928. Στα πρώτα τρία χρόνια βενιζελικής διακυβέρνησης η Ελλάδα είχε συνεχόμενους πλεονασματικούς προϋπολογισμούς και επικρατούσε διάχυτη αισιοδοξία ότι η οικονομική κατάσταση είχε εξομαλυνθεί πλήρως. Πάντως, το ελληνικό εξωτερικό χρέος κατά την τριετία αυτή διογκώθηκε από 27.800.000.000 σε 32.700.000.000 δραχμές λόγω δανείων που είχε συνάψει η κυβέρνηση κυρίως στο Λονδίνο.
Σημαντική εξέλιξη για την οικονομία της Ελλάδας αποτέλεσε μετά από πολλές και επίπονες διαπραγματεύσεις (3) και παροτρύνσεις από το εξωτερικό, η ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) η οποία, εκτός από το αποκλειστικό εκδοτικό προνόμιο τύπωσης νομίσματος (που είχε ως τότε η Εθνική Τράπεζα), ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο της εθνικής νομισματικής πολιτικής και των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Πρώτος πρόεδρος της ΤτΕ ορίστηκε ο οικονομολόγος Αλέξανδρος Διομήδης και η «κάλυψη» σε συνάλλαγμα που διέθετε η ΤτΕ ήταν 10.000.000 αγγλικές λίρες για αξία κυκλοφορούντος χαρτονομίσματος αξίας περίπου 4.000.000.000 δραχμών. Αυτό σήμαινε πως η «κάλυψη» σε χρυσό μέσω μετατροπής αντιστοιχούσε στο 1/4 του ποσού των δραχμών που βρίσκονταν σε κυκλοφορία, κάλυψη ικανοποιητική για τη διεθνή χρηματοπιστωτική πρακτική της εποχής.
Πρώτες επιπτώσεις της κρίσης στην ελληνική οικονομία