του Δημήτρη Θ. Τσιάμαλου
Διδάκτωρος Παντείου Πανεπιστημίου – Φιλόλογου
.
Είναι γεγονός πως η έναρξη της Επανάστασης στη Ρούμελη αποδέσμευσε αντίμαχες δυνάμεις στο χώρο του αρματολικού ανταγωνισμού και των διαρκών και εν αντιθετική ισορροπία συγκρούσεων Αρματολών και προυχόντων, που το σύστημα του Αλή πασά προεπαναστατικά τεχνηέντως είχε καταστείλει. Έτσι, οι Γριβαίοι κατέσφαξαν στο Δραγαμέστο τρεις Χασαπαίους1 ένεκα της αρχηγίας του Ξηρομέρου, οι Κοντογιανναίοι τους πέντε αδελφούς Χατζίσκους, προύχοντες του Μαυρίλου και μία σύζυγό τους για λόγους εκδίκησης, ενώ ο Καραϊσκάκης έκαψε τα σπίτια του κοτζάμπαση Τσολάκογλου στα Άγραφα, διότι είχε προδώσει προεπαναστατικά τον καπετάνιο του Κατσαντώνη και είχε υποστεί μαρτυρικό θάνατο. Σε διαρκή σύγκρουση στο Βλοχό βρίσκονται και οι αρματολοί Βλαχόπουλοι με τους προύχοντες Στάικους για τα έσοδα της περιφερείας τους καθώς και οι Καναβαίοι στη Ναυπακτία με τους Σωτηραίους.2
Αυτή η άκρως ανταγωνιστική σχέση Προυχόντων- Αρματολών δεν είναι γνώρισμα μόνο της Δυτικής Ελλάδας κατά την επαναστατική περίοδο αλλά γενικευμένο φαινόμενο σε όλη την Ελλάδα και δη στην Πελοπόννησο που τα συμφέροντα ήταν μεγαλύτερα και οι κοινωνικές τάξεις περισσότερο διαμορφωμένες.3 Με το ξέσπασμα της Επανάστασης το βασικό αίτιο της σύγκρουσης των δύο εξεχουσών χριστιανικών τάξεων φαινομενικά ήταν ο έλεγχος των στρατιωτικών επιχειρήσεων, η διεύθυνση του Αγώνα. Στην πραγματικότητα όμως η σύγκρουση απηχεί κοινωνικο-πολιτική αιτιολογία,4 αγώνα για την πρωταρχία των εξελίξεων και τη νομή των περιφερειακών εισοδημάτων μετά την απομάκρυνση των Οθωμανών και δευτερευόντως αγωνία για την ευόδωση του ιερού Αγώνα.5 Έτσι εξηγείται η διάθεση των Προυχόντων να αναλάβουν τη διεύθυνση των επαρχιακών αρμάτων παραγκωνίζοντας ουσιαστικά τους αναγνωρισμένους Αρματολούς και Κλεφτοκαπεταναίους.6 Είναι δε σε τέτοιο βαθμό η αγωνία τους για το κοινωνικο-πολιτικό τους μέλλον ένεκα της λαϊκής απήχησης των Στρατιωτικών Αρχηγών, ώστε αναγκάζουν τους τελευταίους να υπογράφουν δηλώσεις πολιτικής υποταγής και συμπεριφοράς.7