.
Η αντίσταση των Ελλήνων κατά των Κατακτητών άρχισε, αμέσως μετά την εχθρική εισβολή, από μη αριστερές οργανώσεις. Το ΚΚΕ ήταν αντίθετο σε κάθε αντιστασιακή κίνηση κατά των εισβολέων που τότε είχαν ακόμα σύμφωνο φιλίας με τη Ρωσσία. Επίσης οι πρώτοι ένοπλοι αντάρτες ανήκαν στην εθνικιστική παράταξη, αλλά αντιμετώπισαν τεράστια προβλήματα, κυρίως οικονομικά, για την ανάπτυξή τους.
Αντίθετα το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, όταν εμφανίστηκε αργότερα, βρέθηκε σε απείρως πλεονεκτικότερη θέση γιατί το ΚΚΕ ήταν ήδη οργανωμένο σε όλη την επικράτεια από το 1940, με πρόθεση τον έλεγχο της χώρας μόλις δινόταν η ευκαιρία. Καλύτερη ευκαιρία από το εθνικό – απελευθερωτικό κίνημα δεν υπήρχε, γιατί έτσι μπορούσε να καλυφτεί και δικαιολογηθεί κάθε δραστηριότητα.
Αλλά το ισχυρότερο και πλέον ύπουλο μέσο που χρησιμοποίησε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ για την επικράτησή του ήταν η συκοφαντική εκστρατεία εναντίον κάθε άλλης αντιστασιακής οργανώσεως που χαρακτήριζε σαν προδοτική και συνεργαζόμενη με τον εχθρό για να δικαιολογήσει τη βίαιη διάλυση και καταστροφή της.
Η τακτική αυτή, που εκ πρώτης όψεως φαίνεται ανεξήγητη, βασίζεται στη φιλοσοφία του ΚΚΕ ότι οι ξένοι κατακτητές δεν ήταν εχθροί επειδή ήταν εισβολείς αλλά επειδή ήταν φασίστες. Επομένως κάθε αντιστασιακή κίνηση που δεν ελέγχονταν από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ χαρακτηριζόταν το ίδιο εχθρική. Και οι μεν εισβολείς κάποτε θα έφευγαν ενώ οι αποκαλούμενοι «αντιδραστικοί» Έλληνες θα έμεναν κι επομένως αυτοί αποτελούσαν το πραγματικό εμπόδιο στην υλοποίηση των κομματικών οραμάτων της αριστεράς μεταπολεμικώς και έπρεπε να εκλείψουν.