Γράφει ο Θανάσης Μπαντές
Στα Ηθικά Νικομάχεια ο Αριστοτέλης ξεκαθαρίζει ότι ο νομοθέτης είναι ο μεγάλος παιδαγωγός της κοινωνίας. Υποστηρίζοντας ότι η αρετή δεν είναι εκ φύσεως αλλά αποτέλεσμα εθισμού, καθιστά σαφές πως μόνο με την επανάληψη ηθικών πράξεων μπορεί κανείς να αποκτήσει την αρετή, αφού μόνο η επανάληψη οδηγεί στη συνείδηση.
Η ολοκλήρωση του εθισμού, δηλαδή της διαδικασίας των επαναλαμβανομένων πράξεων με σκοπό την αρετή, πιστοποιείται από τα αντίστοιχα συναισθήματα που συνοδεύουν την πράξη, αφού δε φτάνει να κάνει κανείς καλές πράξεις, αλλά πρέπει να νιώθει και χαρά απ’ αυτό. Κι αυτό ακριβώς είναι ο εθισμός (κατά την αρχαιοελληνική έννοια του όρου), η ταύτιση συγκεκριμένων ενεργειών με ευχάριστα συναισθήματα. Υπό αυτή την έννοια, το ότι δουλεύει κανείς (από μόνο του) δεν είναι απόδειξη της εργατικότητάς του.
Γιατί, αν δεν εισπράττει και συναισθηματικά από την εργασία, με την πρώτη ευκαιρία θα την παρατήσει. Γι’ αυτό πρέπει να εθιστεί κανείς στην αρετή. Για να νιώθει συναισθηματικά ολοκληρωμένος με την εκπλήρωσή της. Μόνο έτσι θα καταφέρει να απομακρύνει όλους τους πιθανούς πειρασμούς. Και σ’ αυτό βέβαια χρειάζεται δάσκαλος. Ο δάσκαλος είναι ο άνθρωπος που θα καθοδηγήσει σωστά τη διαδικασία του εθισμού, αφού η εφαρμογή της ηθικής αρετής είναι πρωτίστως θέμα παιδείας. Γι’ αυτό και η διαπαιδαγώγηση οφείλει να ξεκινά από τις πολύ μικρές ηλικίες.
Υπό αυτή την έννοια, κατά τον Αριστοτέλη, ο νομοθέτης είναι αυτός που χαράσσει τον ηθικό δρόμο και τον επιβάλλει αδιαλείπτως στο όνομα της συνύπαρξης. Είναι ο μεγάλος δάσκαλος που εθίζει τους πολίτες στο καλό. Αν εθίσει τους πολίτες σωστά θα ελαχιστοποιήσει τις παραβάσεις. Αν όχι, θα τις αυξήσει – δηλαδή θα αποτύχει.