Γράφει ὁ Διονύσης Μακρῆς
Δυστυχῶς ἄν καί διαισθανόμαστε τούς κινδύνους πού ὑποκρύπτονται ἀπό τή μαζική καί μεθοδευμένη κατά κύματα μετακίνηση πληθυσμῶν μένουμε στήν εἰκόνα δυστυχισμένων καί ξεριζωμένων ἀνθρώπων πού ἔναντι ἀδρᾶς ἀμοιβῆς εἰσέρχονται στά σαπιοκάραβα τῶν κάθε λογῆς διακινητῶν ἀναζητώντας μία καλύτερη ζωή καί ξεπουλώντας τά πάντα στήν πατρίδα τους.
Δέν ψάχνουμε νά βροῦμε ποιός καί γιατί τούς ἔφερε σ’ αὐτήν τήν κατάσταση; Οὔτε ποιό σκοπό καί στόχο ἔχει αὐτός πού τούς κατάντησε ἔτσι καί τούς ὁδήγησε στήν λαθρομετανάστευσή τους! Οὔτε διακρίνουμε ἀκόμη ὅτι μαζί μέ τήν φτώχεια αὐτή κουβαλοῦν κι ἕναν πολιτισμό, ἕναν κόσμο δικό τους, μία θρησκεία πού συνοδεύεται ἀπό ἤθη καί ἔθιμα καί ἀξίες ἀποδεκτές γιά ἐκείνους ἀλλά ἀπορριπτέες ἀπό τήν χριστιανική διδασκαλία. Οὔτε ὑποψιαζόμαστε τά πολιτικά παιχνίδια πού παίζονται μέ τήν μετακίνησή τους…
«…Λάβαμε ἤδη μέριμνα νά καταστρέψουμε τήν ἐπιρροή τῆς Χριστιανικῆς ἱερατικῆς τάξεως καί νά προκαλέσουμε ἔτσι τήν ἀποτυχία τῆς ἀποστολῆς της, διότι ἄλλως θά μποροῦσε ἐπί τοῦ παρόντος νά μᾶς ἐνοχλεῖ ἐπί πολύ. Ἡ ἐπιρροή της ἐπί τῶν λαῶν καθημερινῶς καταπίπτει… Ἡ ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως ἔχει διακηρυχτεῖ ἤδη πανταχοῦ. Ἐλάχιστα συνεπῶς ἔτη ὑπολείπονται ἀκόμη μέχρι τῆς πλήρους καταρρεύσεως τῆς Χριστιανικῆς θρησκείας. Εὐκολότερα ἀκόμη θά καταβάλουμε καί τίς ἄλλες θρησκεῖες, μέ τίς ὁποῖες ὅμως εἶναι ἀκόμη πολύ ἐνωρίς ν’ ἀσχοληθοῦμε. Θά περιορίσουμε τόν κλῆρο καί τούς κληρικούς ἐντός πλαισίων τόσον στενῶν, ὥστε ἡ ἐπιρροή των νά εἶναι μηδαμινή ἐν συγκρίσει πρός ἐκείνη, τήν ὁποία ἄλλοτε εἶχαν. (17 ὁ πρωτόκολλο τῆς Σιών)»!