Την 8η Μαΐου 1945 ο Γερμανός στρατηγός Wilhelm Keitel υπέγραψε στο Βερολίνο τη συνθηκολόγηση με τους Σοβιετικούς, τους Αμερικανούς και τους Άγγλους, αναγνωρίζοντας την ήττα των Δυνάμεων του Άξονα. Το κείμενο της συνθήκης δεν περιλάμβανε παρά έναν ουσιαστικό όρο : την παράδοση της Γερμανίας άνευ όρων.
Επακολούθησαν πυρετώδεις συνομιλίες των ηγετών των νικητών, για να καθορίσουν το νομικό καθεστώς της ηττημένης Γερμανίας. Παράλληλα τους απασχόλησε και το θέμα των επανορθώσεων, τις οποίες έπρεπε να καταβάλουν οι Γερμανοί στις καταστραφείσες κατά τον πόλεμο χώρες.
Κατά την τετραετία 1940 – 1944 οι βασικές υποδομές της Ελλάδας είχαν υποστεί πολλές καταστροφές. Ήταν φυσικό λοιπόν οι ελληνικές μεταπολεμικές κυβερνήσεις να διεκδικήσουν πολεμικές αποζημιώσεις από τους Γερμανούς (καθώς και από τους συμμάχους τους, Ιταλούς και Βούλγαρους), για να καταστεί δυνατή η ανασυγκρότηση της χώρας. Βάσει διεθνών συμφωνιών που υπογράφηκαν το 1945 – 1946 οι επανορθώσεις, τις οποίες έπρεπε να καταβάλει η Δυτική Γερμανία στο ελληνικό κράτος, ήταν ποικίλων μορφών:
1.Εγκατάσταση βιομηχανικών μονάδων.
Με τη συμφωνία του Πότσδαμ (2 Αυγούστου 1945) είχε καθοριστεί από τις νικήτριες δυνάμεις ότι, για να επιτευχθεί η μείωση της ικανότητας της Γερμανίας να εξαπολύσει κατά της ανθρωπότητας νέα επίθεση, η βιομηχανική παραγωγή της θα περιοριζόταν.
Το θέμα των αποζημιώσεων της Γερμανίας προς την Ελλάδα για τον Α’ και Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήρθε στο προσκήνιο την περασμένη δεκαετία. Η Ελληνική Βουλή αποφάσισε πως το θέμα είναι ανοιχτό και η Γερμανία πρέπει να πληρώσει.
Η Ελληνική πρεσβεία στο Βερολίνο στις 4 Ιουνίου του 2019 επέδωσε ρηματική διακοίνωση προς το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών, γνωστοποιώντας την απόφαση της Ελληνικής βουλής, που απαιτούσε από τη Γερμανία την καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων από τους Α’ και Β’ Παγκοσμίους Πολέμους, ύψους 289 δισεκατομμυρίων ευρώ, συμπεριλαμβανομένου και του κατοχικού αναγκαστικού δανείου.
Το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών επέδωσε στις 18 Οκτωβρίου 2019 στον Έλληνα πρέσβη στο Βερολίνο, την επίσημη απάντηση της Γερμανίας, όπου ανακοινωνόταν ότι «δεν σκοπεύει να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις για επανορθώσεις».
Εκπρόσωπος του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών είχε δηλώσει ότι «η νομική θέση της ομοσπονδιακής γερμανικής κυβέρνησης παραμένει ως έχει. Το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων νομικά έχει ρυθμιστεί οριστικά. Επ’ αυτού δεν έχει αλλάξει τίποτε».
Δηλαδή, η Γερμανία παραμένει στην πάγια θέση της, ότι το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων νομικά και πολιτικά ρυθμίστηκε οριστικά το 1990, όταν υπογράφηκε η «Συμφωνία 2 + 4» για την ενοποίηση της Γερμανίας.
Δικαιώνεται για ακόμη μία φορά ο ιστορικός αγώνας που δίνει ο δικηγόρος Γιάννης Σταμούλης για την αποζημίωση των οικογενειών των θυμάτων που υπέφεραν από τις θηριωδίες των Ναζί στο Δίστομο.
Με την δικαστική απόφαση που εκδόθηκε την Τετάρτη από το Ανώτατο Αναιρετικό Ιταλικό Δικαστήριο άνοιξε ο δρόμος για να εισπράξουν οι οικογένειες τις πολεμικές επανορθώσεις για όλα τα πλήγματα που υπέστησαν από τους Ναζί.
Οι Διστομίτες διεκδικούν πολεμικές επανορθώσεις ύψους 25.000.000 ευρώ, χρήματα που θα προέλθουν από τις εισπράξεις από τα εισιτήρια των Ιταλικών Σιδηροδρόμων, στα οποία συμμετέχουν και οι Γερμανοί.
Η απόφαση του Ανώτατου Ιταλικού Δικαστηρίου
Μετά την κομβική απόφαση του ιταλικού συνταγματικού δικαστηρίου το 2014, σύμφωνα με την οποία «η εφαρμογή του κανόνα της ετεροδικίας πλήττει το «δικαίωμα στον φυσικό δικαστή» και κατά συνέπεια δεν μπορεί να εφαρμόζεται σε περιπτώσεις όπου δικαστήρια καλούνται να κρίνουν για θέματα εγκλημάτων κατά της Ανθρωπότητας», άποψη που για χρόνια προσπαθεί ένθερμα να περάσει η Γερμανία, ότι δηλαδή η εκδίκαση τέτοιας φύσεως υποθέσεων μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον από γερμανικά δικαστήρια, αποδυναμώνεται σημαντικά.
Για την Ελλάδα υπάρχουν περιθώρια διεκδίκησης επανορθώσεων από τη Γερμανία, επισημαίνει η Süddeutsche Zeitung αναφερόμενη στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, που επανήλθε στο προσκήνιο μετά τις πρόσφατες δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Βερολίνο.
«Σε αντίθεση με την Πολωνία η Ελλάδα δεν παραιτήθηκε ποτέ από τη διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία», γράφει η Süddeutsche Zeitung σε άρθρο της που επιγράφει «Χαιρετίσματα από τη Χάγη»: H Ελλάδα, της οποίας ο νέος πρωθυπουργός αναφέρθηκε κατά την επίσκεψή του στο Βερολίνο στο ακόμα ανοιχτό ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, ουδέποτε δήλωσε μεταπολεμικά ότι με την κατά καιρούς καταβολή αποζημιώσεων από τη Γερμανία έκλεισε οριστικά το κεφάλαιο των διεκδικήσεων πολεμικών επανορθώσεων.
Κι όμως το Βερολίνο θεωρεί, σιωπηρά, δεδομένη μια παραίτηση από περαιτέρω διεκδικήσεις. Επικαλείται μάλιστα τη συμφωνία 2+4 του 1990, με την οποία οι Σύμμαχοι κλείνουν το κεφάλαιο των δικών τους διεκδικήσεων πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία, ισχυριζόμενο ότι Ελλάδα, Ιταλία και Πολωνία δεν διατύπωσαν τότε κάποια ένσταση.
Στο θέμα των επανορθώσεων αναφέρονται γερμανικά δημοσιεύματα. Η FAZ διακρίνει προεκλογικούς τακτικισμούς στο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για επανορθώσεις εν όψει των βουλευτικών εκλογών τον Ιούλιο.
Στο θέμα των επανορθώσεων αναφέρεται δημοσίευμα του Spiegel στην ηλεκτρονική του σελίδα και σημειώνει: «Η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε επίσημα από τη Γερμανία διαπραγματεύσεις για επανορθώσεις σχετικά με τους δύο παγκόσμιους πολέμους, οι οποίες όμως δεν πρόκειται να επιφέρουν άμεσα κάποια αλλαγή στην αρνητική στάση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Εμπιστευτική ρηματική διακοίνωση επιδόθηκε από τον Έλληνα πρέσβη στο Βερολίνο, διαβεβαίωσε εκπρόσωπος του γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών».
Το δημοσίευμα αναφέρεται στις οικονομικές απαιτήσεις, τις οποίες πέρυσι είχε αποτιμήσει η ελληνική πλευρά σε τουλάχιστον 270 δισεκατομμύρια ευρώ και υπογραμμίζει: «Η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Μαρτίνα Φιετς δήλωσε ότι η Γερμανία έχει συνείδηση της ιστορικής της ευθύνης. Η γερμανική κυβέρνηση καταβάλλει κάθε προσπάθεια ώστε η Γερμανία και η Ελλάδα να έχουν καλές σχέσεις και να αλληλοστηρίζονται για το καλό και των δυο πλευρών».
Εκτενείς είναι οι αναφορές των γερμανικών ΜΜΕ στη ρηματική διακοίνωση που επέδωσε ο έλληνας πρέσβης στο Βερολίνο στο γερμανικό ΥΠΕΞ αναφορικά με το ζήτημα των πολεμικών οφειλών.
«Οι Έλληνες θέλουν από εμάς 377 δις ευρώ!», είναι ο τίτλος σχετικού άρθρου στην ηλεκτρονική έκδοση της Bild, η οποία αναφερόμενη στη ρηματική διακοίνωση κάνει λόγο για επιστολή-βόμβα. Σύμφωνα με πληροφορίες της γερμανικής εφημερίδας από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών πάντως, «η ρηματική διακοίνωση εξετάζεται. Το ψήφισμα του ελληνικού κοινοβουλίου, στο οποίο αναφέρεται η ρηματική διακοίνωση υπάρχει μέχρι στιγμής μόνον στην ελληνική γλώσσα».
Η Bild σχολιάζει ότι «η απαίτηση συνιστά προκλητική ύβρη εναντίον της Γερμανίας. Καμία άλλη χώρα δεν έχει αποζημιωθεί μετά το 1945 από τη Δυτική Γερμανία σε τόσο μεγάλο βαθμό όσο η Ελλάδα. Οι γερμανικές πολεμικές οφειλές έχουν διευθετηθεί νομικά από το 1990 (Συνθήκη 2+4)». Η γερμανική εφημερίδα παραπέμπει στην πάγια θέση του Βερολίνου που θεωρεί «όλες τις απαιτήσεις λήξασες. Ήδη πριν την ψηφοφορία (στην ελληνική Βουλή) ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ είχε επισημάνει ότι το ζήτημα των επανορθώσεων έχει διευθετηθεί οριστικά, τόσο νομικά όσο και πολιτικά».
Έως το 1964 καμία ελληνική κυβέρνηση δεν είχε αναλάβει πρωτοβουλία για τη διεκδίκηση 300 δισ. ευρώ, ενώ στα επόμενα χρόνια έως και σήμερα συντηρήθηκε το θέμα με επιτροπές και… λεονταρισμούς.
Όπως ο Μάρτης δεν λείπει από καμιά Σαρακοστή, έττσι και το περιβόητο θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων και κατοχικών δανείων δεν λείπει από καμιά ελληνική κυβέρνηση έτσι για να το … θυμόμαστε!
«Βερεσέδια» των ΔΕΚΟ και πρωτογενή πλεονάσματα
Διαβάσατε, σίγουρα, ότι τώρα το θέμα αυτό «αναζωπυρώθηκε» με την υποβολή στη Γερμανία του Πορίσματος της Επιτροπής της Βουλής μήπως συγκινηθούν «τάχατες» οι ασυγκίνητοι επί 75 χρόνια Γερμανοί.
Αλλά, γιατί, άραγε, κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις, στελέχη κυβερνήσεων και αντιπολιτεύσεων ξαναλένε τα ίδια που έχουν πολύ πρόσφατα ξαναπεί; Μήπως, διότι ξεχνάνε τί έχουν πει ή δηλώσει ή ανακοινώσει ή μήπως τα ξαναλένε νομίζοντας ότι τα ξεχνάει ο «λαός» κι έτσι συντηρούν ένα «πιασάρικο» θέμα για εσωτερική κατανάλωση;
Η νέα επίσκεψη του Γερμανού προέδρου Φράνκ-Βάλτερ Σταϊνμαϊερ εις Αθήνας δεν περνάει απαρατήρητος για δύο λόγους, πρώτον διότι οι Γερμανοί ηγεμονεύουν σήμερα της ΕΕ, μέλος της οποίας είναι κι’ η Ελλάς και δεύτερον, οι Ελληνογερμανικές σχέσεις διέρχονται από σοβαρές διαταραχές με επίκεντρο το αδιατήρητο δημόσιο χρέος και την άρνηση της γερμανικής ομοσπονδίας να καταβάλει επανορθώσεις κι’ αποζημιώσεις, διά όσα υπέστη ο ελληνικός λαός κατά τη διάρκεια της Κατοχής 1941-44.
Ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι υποστηρίζει (*) σχετικώς «η δέσμευση της Γερμανίας στην Ευρώπη αποτελεί τη βάση της εθνικής εξιλέωσης ( redemption),την ιστορική κάθαρση και αποκατάσταση των ηθικών και πολιτικών διαπιστευτηρίων της. Διά της απολύτρωσης μέσω της Ευρώπης, η Γερμανία αποκαθιστά το ίδιον αυτής μεγαλείο ενώ αποκτά μίαν αποστολή που δεν κινητοποιεί αυτομάτως τις ευρωπαϊκές έχθρες και φόβους εναντίον των Γερμανών. Εάν αυτοί προωθούν μόνο τα εθνικά των συμφέροντα, ο κίνδυνος είναι η αποξένωση των άλλων ευρωπαϊκών λαών. Εάν οι Γερμανοί προωθούν τα κοινά ευρωπαϊκά συμφέροντα, αυτό αξίζει του ευρωπαϊκού σεβασμού και της υποστηρίξεως (των)» .
Bild: Ο Στάινμαϊερ θα επιμείνει ότι το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων έχει κλείσει
Γράφει ο Γεωργίου Μιχαήλ
Οι Γερμανοί επιμένουν στην άρνηση των ιστορικών τους ευθυνών και εγκλημάτων έναντι της Ελλάδας. Με μονομερείς αποφάσεις και πράξεις, δεν δέχονται να καταβάλουν τις αποζημιώσεις για τα εγκλήματά τους στην Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα επιμένουν να διοικούν την Ευρώπη με όρους και πρακτικές που διαλύουν πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά την γηραιά ήπειρο, ενώ παράλληλα κατακρημνίζουν κάθε έννοια της δημοκρατίας αλλά και των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων λαών που βρίσκονται στο στόχαστρο του Βερολίνου.
Με αυτό το «ιδεολογικό πρότυπο» (του δυνάστη και εξολοθρευτή λαών) και την πάγια γερμανική θέση, δηλαδή, ότι για τη Γερμανία το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων «έχει κλείσει πολιτικά και νομικά», θα επαναλάβει ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ κατά τη διήμερη επίσκεψή του στην Ελλάδα, Πέμπτη και Παρασκευή, αναφέρει σε δημοσίευμά της η Bild, προσθέτοντας ότι το Βερολίνο αναμένει ότι η ελληνική πλευρά θα θέσει το θέμα.
Και τώρα το Τελευταίο Μεγάλο Κόλπο: O Aλέξης Τσίπρας ετοιμάζεται να κρατικοποιήσει τις τράπεζες και να χαρίσει όλα τα δάνεια στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει πει κατ΄επανάληψη “ότι οι ψηφοφόροι μας δεν έχουν λεφτά στις τράπεζες”, οπότε ο Τσίπρας αδιαφορεί για τις τράπεζες που δεν μπορεί να ελέγξει. Γι΄αυτό και θα τις κρατικοποιήσει.
Από τον Ian Ford
Πρόεδρος των κρατικοποιημένων τραπεζών θα είναι ο Αλέκος ο Φλαμπουράρης.
Οσοι αναρωτιούνται εάν θα τον αφήσουν οι δανειστές, ο Τσίπρας έχει συνειδητοποιήσει ότι και η Μέρκελ είναι μία πεπετζής πολιτικός. Ολίγιστη. Αυτό το συνειδητοποίησε και ο ελληνικός λαός στη διάρκεια όλων αυτών των ετών.
Η Μέρκελ και η Λαγκάρντ επέτρεψαν στις ελληνικές κυβερνήσεις και ιδιαίτερα στον Σύριζα να μην κάνουν ουδεμία ουσιαστική μεταρρύθμιση του διεφθαρμένου πελατειακού κράτους. Ουδεμία αξιολόγηση των κομματικών στρατών των δημοσίων υπαλλήλων.
Λίγες μέρες πριν από τη επίσημη επίσκεψη του ομοσπονδιακού προέδρου Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ στην Αθήνα (10 – 12 Οκτωβρίου) και τις προγραμματισμένες συναντήσεις με το πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο και τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel φιλοξενεί στην διαδικτυακή του έκδοση ανταπόκριση από τη Θεσσαλονίκη με τίτλο «Η Ελλάδα διεκδικεί 280 δισεκατομμύρια ευρώ από την Γερμανία», το οποίο αναφέρεται στην πρόθεση της Αθήνας να ξεκινήσει τον επόμενο μήνα εκστρατεία διεκδίκησης πολεμικών επανορθώσεων:
«Όσο η Ελλάδα εξαρτώνταν από τη οικονομική στήριξη της ΕΕ ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας απέφευγε να θέσει ζήτημα επανορθώσεων. Τώρα όμως, μετά την ολοκλήρωση του τελευταίου προγράμματος προσαρμογής, η Αθήνα προτίθεται να αναλάβει σχετικές πρωτοβουλίες.
Δεν είναι σύμπτωση ότι οι δύο κορυφαίοι έλληνες πολιτικοί αναφέρθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα στο ζήτημα. Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος στο χωριό Καλλικράτης και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο χωριό Κάνδανος. Σηματοδοτεί την απαρχή μιας μακράς εκστρατείας, η οποία σύμφωνα με πληροφορίες του περιοδικού Der Spiegel θα ξεκινήσει τον Νοέμβριο.
σ.σ. Το παρακάτω άρθρο δεν αποτελεί ‘οδηγό χρήσης’ για το πολύ ευαίσθητο και εθνικά κρίσιμο ζήτημα της αλλαγής του ευρώ στη δραχμή. Υπάρχουν σημεία τα οποία με προβληματίζουν/ανησυχούν ιδιαίτερα (π.χ. ιδιωτικοποίηση τομέων δημόσιας διοίκησης, ειδικά στον τομέα αστυνόμευσης και έκδοση δραχμής στο 50% του ευρώ). Δεν είμαι όμως οικονομολόγος, όπως και οι περισσότεροι από εμάς, για να εκφέρω ολοκληρωμένη άποψη. Βρίσκω όμως χρήσιμο το άρθρο διότι πέραν του ότι παρέχει το ιστορικό πλαίσιο (πολύ γενικά) στις αλλαγές νομισμάτων, μεταφέρει και τη γενική εικόνα του κλίματος αναγκάζοντας τον αναγνώστη σε γενικό προβληματισμό, διάλογο και περαιτέρω έρευνα. Θα προσπαθήσω να βρω και άλλα παρόμοια άρθρα στο μέλλον. Το μόνο σίγουρο είναι ότι για να γίνει η μεταπήδηση από το ευρώ στη δραχμή χρειάζονται όχι μόνο αστέρια οικονομολόγοι αλλά ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ οικονομολόγοι. Αυτό που με απασχολεί βαθύτατα είναι αν η κυβέρνηση είναι προετοιμασμένη για ένα τέτοιο ενδεχόμενο και εδώ η απάντηση είναι ρητά και κατηγορηματικά, ΟΧΙ. Η Πατρίδα μας διανύει μία πάρα πολύ κρίσιμη και καταλυτική στιγμή για το μέλλον της αγαπητοί μου φίλοι και το μόνο που μπορώ να πω είναι Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΒΑΛΕΙ ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ.
Οι Βρυξέλλες έκαναν τεράστιο λάθος. Η ηλίθια ιδέα ότι το ευρώ θα φέρει σταθερότητα και ειρήνη, όπως προωθήθηκε από την αρχή, έχει μεταλλαχθεί σε Ευρωπαϊκή κυριαρχία σα να επρόκειτο περί ενός ‘Παιχνιδιού του Στέμματος’. Οι άνθρωποι στην εξουσία ερμηνεύουν λάθος την ιστορία, σχεδόν σε κάθε επίπεδο. Η αντίληψη ότι η αντοχή του Γερμανικού μάρκου ήταν κάτι καλό που θα μεταφερόταν και στο ευρώ είναι λάθος επειδή παρέλειψαν να κατανοήσουν το υπόβαθρο του μάρκου.