Εβέσντα, 24 Δεκεμβρίου 1940
Η εκκλησία ήτο ένας σταύλος και η θεία λειτουργία εγένετο σαν παραμονή Χριστουγέννων εντός του σταύλου. Η Αγία Τράπεζα, αποτελείτο από μίαν κάσσαν, τα δε κηροπήγια, ήσαν μία λάμπα εκστρατείας, δύο κηρία και ένα λυχνάρι. Η δε πρόθεσις από ένα τραπεζάκι και ένα κερί. Η θεία λειτουργία ήτο σύντομος, καλλίφωνοι δε ψάλται (στρατιώται) έψαλον. Μετά το τέλος της θείας λειτουργίας, εκοινώνησα, αξιωθείς προς τούτο των Αχράντων Μυστηρίων.
Μετά το τέλος της θείας λειτουργίας και πριν ακόμα μεταλάβουν οι άνδρες όλοι, ένας στρατιώτης, νομίσας ότι ετελείωσεν η θεία λειτουργία ή, δεν θα εγνώριζεν ότι θα ετελείτο εις τον σταύλον λειτουργία, έφερεν, δύο ημιόνους δια να τους βάλει εις τον σταύλον. Αλλά κατόπιν συστάσεως, ανέμενεν έξω του σταύλου, προσωρινώς, μέχρις ότου τελειώσει το έργον του ιερέως.
Ευαγγελίας Γεωργ. Κουτσοδόντη, Το ημερολόγιο ενός στρατιώτου, σελ. 53