.
Τοῦ Ἀντωνίου Α. Αντωνάκου Καθηγητοῦ – Κλασσικοῦ Φιλολόγου Ἱστορικοῦ – Συγγραφέως
Ἀρετὴ εἶναι «ἡ ἠθικὴ ἀνωτερότητα, ἡ ὑπεροχή». Σήμερα ὅμως, ἡ σημασία τόσο τῆς λέξεως «ἀρετή», ὅσο καὶ τοῦ ὀνόματος «ἀγαθός», τὸ ὁποῖο σχετίζεται μὲ τὴν ἰδιότητά της, ἔχουν διαστρεβλωθῆ, παίρνοντας μία τελείως διαφορετικὴ τροχιὰ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα.
Γιὰ νὰ καταλάβουμε καλύτερα τὴν σημασία ποὺ ἔδιναν οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι στὴν λέξη «ἀρετή», ἂς παρακολουθήσουμε τί λένε γι’ αὐτὴν τὰ λεξικά τους. Τὸ «Etymologicum Magnum» τονίζει μεταξὺ τῶν ἄλλων: «Λέγεται δὲ καὶ ἡ κατὰ πόλεμον δύναμις, παρὰ τὸν Ἄρην, τὸν πόλεμον. Λέγεται δὲ ἀρετὴ καὶ ἡ ἐν παντὶ πράγματι ὑπεροχῇ· παρὰ τὸ αἱρῶ, τὸ προαιροῦμαι. Σημαίνει τὴν κατὰ πόλεμον ἀνδρείαν… Σημαίνει καὶ τὴν ψυχικὴν ἀρετήν». Ἄν προσέξουμε δὲ μὲ μεγαλύτερη προσοχὴ τὰ λεξικά, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἐτυμολογιῶν, ἡ λέξη «ἀρετή», δηλώνει καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ Ἄρεως· τὴν μαχητικότητα, τὴν ἀνδρεία.