.
Σταύρος Λυγερός
Για μία ακόμα φορά ο εκλογικός νόμος μπαίνει δυνάμει στο τραπέζι στο πλαίσιο του ανοίγματος προς το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ που εδώ και καιρό επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Το Μαξίμου δεν έχει κανένα πρόβλημα να προχωρήσει στο σπάσιμο της αχανούς Β’ Αθηνών, όπως την έχει ζητήσει η Γεννηματά. Δεν παραλείπει, όμως, να βάζει στο τραπέζι και το ενδεχόμενο να επαναφέρει στη Βουλή την απλή αναλογική με σκοπό να υπερψηφισθεί αυτή τη φορά από 200+ και ως εκ τούτου να ισχύσει στις επόμενες εκλογές.
Προφανώς, θα το πράξει εάν έχει εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη του ΚΙΝΑΛ, κάτι που δεν φαίνεται προς το παρόν πιθανόν. Κι αυτό, επειδή η Γεννηματά έχει προειδοποιηθεί από την σκληρά αντι-ΣΥΡΙΖΑ πτέρυγα του κόμματός της πως αυτό θα ήταν casus belli, αιτία εσωκομματικού πολέμου. Αυτός, άλλωστε, ήταν ο λόγος που δεν ψήφισε την απλή αναλογική και το καλοκαίρι του 2016, όταν το σχετικό νομοσχέδιο πήγε στη Βουλή.
Προφανώς, δεν είναι η πρώτη φορά και δεν θα είναι η τελευταία που το εκλογικό σύστημα χρησιμοποιείται από την εκάστοτε συμπολίτευση για να εξυπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες. Όσο λάθος, όμως, είναι μία κυβέρνηση να αλλάζει το εκλογικό σύστημα ανάλογα με τις ανάγκες της, άλλο τόσο λάθος είναι να καθιερωθεί συνταγματικά η απλή αναλογική (και οποιοδήποτε άλλο εκλογικό σύστημα), όταν ο ένας από τους δύο πυλώνες του πολιτικού συστήματος (εν προκειμένω η ΝΔ) είναι κατηγορηματικά αντίθετη. Το Σύνταγμα είναι ο καταστατικός χάρτης της Πολιτείας. Ως τέτοιος οφείλει να είναι ο κοινός παρονομαστής και όχι η επιβολή της όποιας περιστασιακής πλειοψηφίας επί της μειοψηφίας.