αναδημοσίευση από το Αντίφωνο
άρθρο του Αντώνη Σμυρναίου
.
«Πόλεμος πάντων μεν πατήρ έστι, πάντων δε βασιλεύς, και τους μεν θεούς έδειξε τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους εποίησε τους δε ελευθέρους» (Ηράκλειτος, απ. 53).
Αν και ο Χάϊντεγκερ θα μας θυμίσει ότι «αυτό που εδώ ονομάζεται πόλεμος είναι μια κυριαρχούσα μάχη πριν από κάθε τι το θείο και το ανθρώπινο, δεν είναι πόλεμος κατά τον ανθρώπινο τρόπο», στη βαθιά αυτή ηρακλείτεια επίγνωση μπορούμε να δούμε τη διαχρονικά δεινή, δηλαδή διαρκώς ανοίκεια, κατάσταση των ανθρώπινων πραγμάτων (εφόσον ακριβώς συναρτάται με «το δεινότατον» των όντων, κατά τον Σοφοκλή, που είναι ο άνθρωπος). Αυτή η εκκρεμής κατάσταση άλλοτε εμφανίζεται ως αδυσώπητη και αμετάβλητη, συνεπώς εκλαμβάνεται ως «αναγκαίο κακό», και άλλοτε ως δυνητικά επιρρεπής σε οπτιμιστικές, πνευματικές ή υλικές, θεραπείες. Οι τελευταίες ειδικά πρεσβεύουν ότι αυτή η πανανθρώπινη δεινότητα είναι ικανή να ξεπεραστεί είτε στο πεδίο της μικρο-ιστορίας, με την απάλυνση των πολεμικών εντάσεων στην οικογένεια, τη γειτονιά, τους εργασιακούς χώρους ή εν γένει σε κάθε συλλογικό μόρφωμα, είτε σε εκείνο της Μεγα-ιστορίας, ως προσδοκία μιας οικουμενικής ειρήνης. Πέρα όμως από τα ειρηνοφόρα διαλλείματα, τα οποία, στο επίπεδο κυρίως της μικρο-ιστορίας, κάποιες ιδιάζουσες προσωπικότητες αποδεικνύονται ικανές να τα θέσουν σε εφαρμογή, ίσως μόνο δυο περιπτώσεις υπάρχουν, στις οποίες αυτός ο «πόλεμος» ενδέχεται να ανασταλεί ή και να παύσει. Η πρώτη είναι πέρα για πέρα τελεσίδικη, είναι με τον θάνατο, εφόσον για κάθε άνθρωπο «εν εκείνη τη ημέρα απολούνται πάντες οι διαλογισμοί αυτού», διαλογισμοί πολεμικοί, ειρηνικοί ή αδιάφοροι. Η δεύτερη είναι η κατάσταση της ακηδίας, όταν εξωτερικά αλλά κυρίως εσωτερικά κατασιγάζεται λίγο ή πολύ, πρόσκαιρα βεβαίως, η πολεμική διάθεση και πρόθεση του ανθρώπου.
Ο πολεμικός αυτός χαρακτήρας της ίδιας της ζωής αντανακλάται όμως ευθέως στον πολεμικό χαρακτήρα της σκέψης και κατ’ ακολουθία στον πολεμικό χαρακτήρα των λέξεων που η σκέψη χρησιμοποιεί και διασπείρει. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της γραμμικής διαδικασίας από τη ζωή στη σκέψη και μετά στις λέξεις ή/και αντίστροφα, από τη σκέψη στις λέξεις και κατόπιν στη ζωή, είναι οι σύγχρονες, πολυχρησιμοποιημένες λέξεις «εργαλειοποίηση», «λαϊκισμός», «ριζοσπαστισμός» και «αναθεωρητισμός». Είναι λέξεις, χρωματισμένες ανάλαφρα και παραπλανητικά από μια πολεμική πάντοτε ιδεολογία, που κατ’ εξοχήν εκτοξεύονται εκατέρωθεν εν είδει ρουκετών από πολιτικούς, ιδεολογικούς και λοιπούς αντιπάλους με την ίδια κάθε φορά ένταση και με τον ίδιο πάντα σκοπό: να εξουδετερώσουν την άμυνα των αντιπάλων ή να αχρηστεύουν τα παρόμοια πολεμικά τους όπλα. Ο «λαϊκισμός» της Δεξιάς ή της Αριστεράς (γιατί όχι και του Κέντρου;), η «ριζοσπαστικοποίηση», λ.χ. με τον τζιχαντισμό, η «εργαλειοποίηση» εννοιών και λέξεων που μετακινούνται ελεύθερα σε ολόκληρο το πολιτικό και ιδεολογικό φάσμα και ο «αναθεωρητισμός» συγκεκριμένων ιστορικών γεγονότων ή καταστάσεων, αποτελούν γλωσσικές σημαίες που ξεδιπλώνονται προς κάθε κατεύθυνση, υπερβαίνουν τα όρια κάθε ιδιοποίησης και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο θα έπρεπε (θεωρητικά…) να είναι αχρηστευμένες.