Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα, σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί και η Εκκλησία μας τιμά τα ιερά εκείνα πρόσωπα που συμπρωταγωνίστησαν και υπηρέτησαν το μέγα μυστήριο της γέννησης του Θεανθρώπου.
Κι αυτά δεν είναι άλλα από τον δίκαιο Ιωσήφ, τον μνήστορα της Μητέρας και προστάτη του Κυρίου, τον βασιλέα Δαβίδ, τον πρόγονο του Ιωσήφ και τελευταίο τον Άγιο Ιάκωβο τον αδελφόθεο. Στον τελευταίο, σαν εκπρόσωπο της κατά κόσμον οικογένειας του Χριστού, αναφέρεται και το Αποστολικό Ανάγνωσμα που πριν λίγο ακούστηκε.
Είναι παρμένο από την επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τους χριστιανούς της Μικρασιατικής Γαλατίας. Ας ξανακούσουμε όμως το περιεχόμενό του, στην καθημερινή μας γλώσσα πριν συνεχίσουμε με τα όσα μας φωτίσει ο Θεός να πούμε σήμερα.
Γράφει ο Απόστολος Παύλος: «Αδελφοί μου, πρέπει να ξέρετε πως το Ευαγγέλιο που σας κήρυξα δεν προέρχεται από άνθρωπο. Γιατί κι εγώ ούτε το παρέλαβα ούτε το διδάχτηκα από άνθρωπο, αλλά μου το αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός. Ασφαλώς ακούσατε για τη διαγωγή μου όσο ανήκα στην ιουδαϊκή θρησκεία, ότι καταδίωκα με πάθος την Εκκλησία του Θεού και προσπαθούσα να την εξαφανίσω.
Και πρόκοβα στον ιουδαϊσμό πιο πολύ από τους συνομήλικους συμπατριώτες μου, γιατί είχα μεγαλύτερο ζήλο για τις προγονικές μου παραδόσεις. Ο Θεός όμως με είχε ξεχωρίσει από την κοιλιά της μάνας μου και η χάρη Του με είχε καλέσει να Τον υπηρετήσω.
Όταν, λοιπόν, ευδόκησε να μου αποκαλύψει τον Υιό Του, για να φέρω στους εθνικούς το χαρμόσυνο μήνυμα γι’ Αυτόν, δεν στηρίχθηκα σ’ ανθρώπινες δυνάμεις· ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα να δω εκείνους που ήταν απόστολοι πριν από μένα, αλλά έφυγα στην Αραβία, και ύστερα ξαναγύρισα στη Δαμασκό.