.
Του Κυριάκου Ταπακούδη – Συγγραφέα και παλιού ναυτικού
Ήταν μικρός στα χρόνια αλλά ένιωθε και σκεφτόταν σαν μεγάλος. Αναρωτιόταν γιατί οι μεγαλύτεροι κάποιες φορές τούλεγαν όταν θα μεγαλώσει θα πήξει το μυαλό του. Δεν σκεφτόταν σαν μικρός παρά μόνο καταλάβαινε ότι ίσως οι μεγάλοι σκέφτονταν σαν μικροί.
Μεγάλωσε και έζησε όλα τα παιδικά του χρόνια φτωχικά, χωρίς φαγητό τις παραπάνω μέρες. Θυμάται τους κρύους χειμώνες χωρίς θέρμανση, τα κρύα μπάνια, ακόμη και το μαγείρεμα πανω στη νηστιά από ξύλα αφου δεν υπήρχε αέριο στο γκάζι. Απο τον μπακάλη του χωριού αγόραζαν μονο ψωμί, πάντα βερεσέ που το ξοφλούσαν με πολλη δυσκολία. Ήσαν χρόνια παιδικά δύσκολα και φτωχικά, θυμάται τη μάνα του άρρωστη να υποφέρει στο κρεβάτι του πόνου και να πεθαίνει νέα χωρίς να προλάβει να γεράσει.
Όταν πέρασαν τα χρόνια οι θύμισες έμειναν ανεξίτηλες, αλλά άντλησε μεγαλη έμπνευση και εμπειρίες από όσα έζησε σαν παιδί, ήταν εμπειρίες που τον σημάδεψαν και τον βοήθησαν να γίνει καρτερικός και υπομονετικός, κυριότερα έμαθε να βασίζεται στον εαυτό του. Με τις δυστυχίες και τις κακοτυχίες και χωρίς τα ελέη Θεού, ήταν φτωχά παιδικά χρόνια που θα τον ακολουθούσαν για πάντα στην υπόλοιπη του ζωή και θα επιδρούσαν καθοριστικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του και θα επηρέαζαν την μετέπειτα εξέλιξή και συμπεριφορά του.