Η επιδίωξη πρωτογενούς πλεονάσματος το 1904
Posted by Μέλια στο 16 Φεβρουαρίου, 2022
.
του Παύλου Παπανότη, συνταξιούχου εκπαιδευτικού.
Κατά τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα στην Ελλάδα επικρατούσε μεγάλη πολιτική αστάθεια. Έτσι σε διάστημα τεσσάρων ετών (1901 – 1904) σχηματίστηκαν επτά βραχύβιες κυβερνήσεις. Το βασικό αίτιο της αστάθειας ήταν τα οξυμμένα οικονομικά προβλήματα της χώρας. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ανέλαβε την 6η Δεκεμβρίου 1903 ( για τρίτη φορά μέσα σε μια τετραετία) τη διακυβέρνηση ο Γεώργιος Θεοτόκης. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού είχε φτάσει τα 10.000.000 χρυσές δραχμές και τα δημοσιονομικά της χώρας απειλούνταν με τεράστια επιβάρυνση, τόσο εξαιτίας των υπέρογκων δαπανών για το στράτευμα όσο και των μυστικών κονδυλίων υπέρ του αντάρτικου αγώνα στη Μακεδονία, ο οποίος είχε ξεσπάσει και πάλι με σφοδρότητα το 1903 – 1904 ( Τάσος Βουρνάς, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας (1821 – 1909), εκδόσεις αδελφών Τολίδη, Αθήνα, σ. 571). Για την αντιμετώπιση της κατάστασης η κυβέρνηση εξήγγειλε ευρύ πρόγραμμα οικονομιών.
Την 8η Δεκεμβρίου 1904 ο πρωθυπουργός κατά την κατάθεση του προϋπολογισμού του 1905 και μιας σειράς νομοσχεδίων, τα οποία – όπως είπε – επέφεραν μεταρρυθμίσεις στους περισσότερους τομείς της δημόσιας διοίκησης, πληροφόρησε τους βουλευτές ότι θα επιτυγχανόταν για πρώτη φορά πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 50.652 χρυσών δραχμών. Για την υλοποίηση του κυβερνητικού στόχου θα έπρεπε να ψηφιστούν τα υποβληθέντα νομοσχέδια. Συγκεκριμένα με αυτά προβλεπόταν:
-
Η μείωση του αριθμού των βουλευτών στους 120. «Ο αριθμός των βουλευτών είναι υπέρογκος», είπε ο Γ. Θεοτόκης. Και συνέχισε: «Χώρα της οποίας οι κάτοικοι μόλις υπερβαίνουσι τα 3.000.000 δεν είναι δυνατόν να έχει 234 βουλευτάς». Ανέφερε ότι με τη μείωση των δαπανών για την πληρωμή των βουλευτικών αποζημιώσεων θα υπήρχε «ετήσια οικονομία 300.000 δρχ.».
-
Η μείωση των νομών της επικράτειας (από 26) στους 10, ώστε να περιοριστούν οι δαπάνες για τη λειτουργία της τοπικής αυτοδιοίκησης και να υπάρξει ετήσιο οικονομικό όφελος 152.920 δρχ.
-
Η μεταβολή του αστυνομικού συστήματος με την ανάθεση της αστυνόμευσης της χώρας στη Χωροφυλακή και με την κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας. (Οι αστυφύλακες θα κατατάσσονταν στη Χωροφυλακή, «ενώ οι μη στέργοντες θα απελύοντο»).
-
Η «μεταρρύθμιση» της ταχυδρομικής, τηλεγραφικής και τηλεφωνικής υπηρεσίας με την κατάργηση ταχυδρομικών και τηλεγραφικών γραφείων, ώστε να μειωθούν τα έξοδα κατά 205.000 δραχμές.
-
Η κατάργηση ορισμένων θέσεων τελωνειακών υπαλλήλων (ετήσια οικονομία 71.000 δραχμές).
-
Η κατάργηση κάποιων Οικονομικών Εφοριών και θέσεων εφοριακών υπαλλήλων (οικονομικό όφελος ετησίως 50.000 δραχμές).
-
Η κατάργηση δύο εκ των λειτουργούντων Εφετείων, ένδεκα Πρωτοδικείων και πολλών Ειρηνοδικείων και Πταισματοδικείων, ώστε να μειωθούν οι δαπάνες κατά 569.000 δραχμές.
-
Η εκπαιδευτική «μεταρρύθμιση». Τότε η στοιχειώδης εκπαίδευση χωριζόταν στο Δημοτικό σχολείο (τετραετούς φοίτησης) και στο Ελληνικό σχολείο (τριετούς φοίτησης). Για να περιοριστούν οι δαπάνες του υπουργείου των Εκκλησιαστικών (έτσι λεγόταν τότε το υπουργείο Παιδείας), ο πρωθυπουργός Γ. Θεοτόκης και ο αρμόδιος υπουργός Λομβάρδος εισηγούνταν με σχετικό νομοσχέδιο την καθιέρωση Δημοτικού σχολείου εξαετούς φοίτησης και κατάργηση των Ελληνικών σχολείων, για να υπάρξει οικονομία με την ελάττωση των μισθωμάτων των διδακτηρίων και της μισθοδοσίας του διδακτικού προσωπικού, δεδομένου ότι ορισμένοι από τους ελληνοδιδάσκαλους θα απολύονταν, αφού θα καταργούνταν τα Ελληνικά σχολεία. Σύμφωνα με αγόρευση του υπουργού «εκ της καταργήσεως των Ελληνικών σχολείων έχομεν καθαράν οικονομίαν 950.000 δρχ. περίπου, μετά δε των εκ των δημοτικών σχολείων οικονομιών το όλον ποσόν των οικονομιών ανέρχεται εις 2.170.000 δρχ.» (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 11ης Δεκεμβρίου 1904).
-
Η αύξηση της φορολογίας επί των οινοπνευματωδών ποτών και του ζύθου.
-
Η κλιμακωτή μείωση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων από την 1η Ιανουαρίου 1905 λόγω αύξησης του φόρου τόσο στη μισθοδοσία τους όσο και στα επιμίσθια και στα επιδόματά τους. Συγκεκριμένα προβλεπόταν μείωση 2% για όσους είχαν μηνιαίες αποδοχές που ξεπερνούσαν τις 100 δραχμές, 3% για αποδοχές άνω των 200 δραχμών, 4% για αποδοχές άνω των 300 δραχμών και 5% για αποδοχές άνω των 500 δραχμών.
-
Ακόμη προβλέπονταν και άλλες οικονομικές «αφαιμάξεις» των πολιτών. Για παράδειγμα, αν ήθελε κάποιος να υποβάλει μήνυση, θα έπρεπε να πληρώσει μια δραχμή για την εγγραφή της μήνυσής του στο σχετικό βιβλίο.
-
Τέλος η κυβέρνηση έφερε για ψήφιση στη Βουλή τρία νομοσχέδια για τη μεταρρύθμιση νόμων «περί φόρου οικοδομών», «περί φόρου επιτηδευμάτων» και «περί βοσκησίμων γαιών» προσδοκώντας να αυξήσει τα δημόσια έσοδα κατά 1.850.000 δραχμές.
Με τις ρυθμίσεις αυτές προβλεπόταν ότι τα έσοδα του κράτους κατά το 1905 θα ανέρχονταν σε 121.747.014 χρυσές δραχμές και τα έξοδα σε 121.696.362 χρυσές δραχμές, με αποτέλεσμα να υπάρχει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 50.652 δραχμών. Βέβαια το πλεόνασμα αυτό θα προερχόταν όχι από την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, αλλά από τη δραματική μείωση των δημόσιων δαπανών που θα διέλυε τη Δικαιοσύνη (με την κατάργηση δικαστηρίων), την Εκπαίδευση (με την κατάργηση των Ελληνικών σχολείων), τις Οικονομικές Υπηρεσίες (τα Τελωνεία, τις Εφορίες κ.ά.). Το χειρότερο ήταν ότι οι γλίσχροι μισθοί των υπαλλήλων με την αύξηση της φορολογίας «πετσοκόβονταν». Όμως τότε οι «μεταρρυθμίσεις» δεν γίνονταν με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, αλλά με νομοσχέδια που κατατίθεντο στη Βουλή και ψηφίζονταν ή απορρίπτονταν από τους βουλευτές. Έτσι και στην περίπτωση του Γεωργίου Θεοτόκη τα κατατεθέντα νομοσχέδια αποδοκιμάστηκαν από την πλειοψηφία των βουλευτών και η κυβέρνησή του αναγκάστηκε να παραιτηθεί τη 12η Δεκεμβρίου 1904, αφού έχασε την εμπιστοσύνη της Βουλής (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 11ης Δεκεμβρίου 1904). Όμως η «μεταρρυθμιστική» του πολιτική αποτέλεσε πρότυπο για μετέπειτα πολιτικούς, όπως λ.χ. για τις σύγχρονες κυβερνήσεις, οι οποίες στοχεύουν στη μείωση των κρατικών ελλειμμάτων όχι με τον εξορθολογισμό της Δημόσιας Διοίκησης και με αναπτυξιακές πολιτικές, αλλά με την περικοπή μισθών και συντάξεων και με την αποδιοργάνωση των Δημόσιων υπηρεσιών.
Σημείωση: το post συντάχτηκε ύστερα από μελέτη του προϋπολογισμού του 1905 και των υποβληθέντων στη Βουλή «μεταρρυθμιστικών» νομοσχεδίων της κυβέρνησης του Γεωργίου Θεοτόκη (εφημερίδες ΣΚΡΙΠ και ΕΜΠΡΟΣ, φύλλα της 9ης Δεκεμβρίου 1904).
Πηγή: Χρονοντούλαπο
.
Σχολιάστε