Ο ρόλος της Βουλγαρίας στην Χριστιανική Ανατολή την εποχή του Τσάρου Ιωάννου Ασάν του 2ου
Posted by Πετροβούβαλος στο 17 Αυγούστου, 2016
.
Ο Ιωάννης Ασάν ο 2ος (1218 – 1241), ο μεγαλύτερος από τους Ασάν, ήτο υιός του Ιωάννου Ασάν του 1ου. Όπως λέει ο γνωστός ιστορικός Jirecek, ο Ασάν, αν και δεν υπήρξεν ο ίδιος κατακτητής, κατώρθωσε να επεκτείνη τα σύνορα του Βασιλείου του, το οποίον παρέλαβε σε μιά κατάστασι διαλύσεως, σε σημείο που δεν είχαν φθάσει επί αρκετους αιώνας και που δεν επρόκειτο να φθάσουν ποτέ πιά (σ.1).
Ανεκτικός στα θρησκευτικά ζητήματα, καλά μορφωμένος και επιεικής, άφησε ένα καλό όνομα όχι μόνον μεταξύ των Βουλγάρων, αλλά και μεταξύ των Ελλήνων. ένας Έλλην ιστορικός του 13ου αιώνος, ο Γεώργιος Ακροπολίτης, αναφερόμενος στον Ιωάννη, γράφει ότι «όλοι τον θεωρούσαν εξαιρετικό και ευτυχισμένο άνθρωπο, διότι δεν κατεύφευγε στο ξίφος για την λύσι των διαφορών του με τους υπηκόους του και διότι δεν στιγματίσθηκε με τους φόνους των Ρωμαίων, όπως συνέβη με τους Βουλγάρους βασιλείς που προηγήθησαν από αυτόν. Ως εκ τούτου, ήτο αγαπητός όχι μόνον στους Βουλγάρους, αλλά και στους Ρωμαίους και τους άλλους Λαούς» (σ.2).
Για την ιστορία του Βυζαντίου, ο Ιωάννης Ασαν ο 2ος έχει πολλήν σημασίαν ως εκπρόσωπος της ιδέας του Μεγάλου Βουλγαρικού Βασιλείου, το οποίον, όπως εφαίνετο, θα ήνωνε όλους τους Ορθοδόξους της Βαλκανικής Χερσονήσου, έχοντας ως πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολι. Τα σχέδια αυτά φυσικά, αντετίθεντο στα ζωτικά συμφέροντα και των δύο Ελληνικών Αυτοκρατοριών και ασφαλώς θα είχαν ως αποτέλεσμα εχθροπραξίες. Τα γεγονότα όμως εφαίνετο ότι διηυκόλυναν την πραγματοποίησι των σχεδιων του Τσάρου.
Μετά τον θάνατο του Λατίνου Αυτοκράτορος Ροβέρτου (de Courtenay), το 1228, ο θρόνος ανήκε στον αδελφό του Βαλδουίνο τον 20, που ήταν ένδεκα χρονών. Τότε όμως προέκυψε το ζήτημα της αντιβασιλείας. Μερικοί προέτοιναν ως αντιβασιλέα τον Ιωάννη Ασάν, που ήταν συγγενής του Βαλδουίνου και, για να γίνουν πιό ισχυροί οι φιλικοί δεσμοί των δύο Κρατών, επροτάθησαν οι αρραβώνες του Βαλδουίνου με την κόρη του Ασάν. Αντιλαμβανόμενος όλα τα πλεονεκτήματα της συμφωνίας αυτής που του προετείνετο, και ελπίζοντας να καταλάβη την Κωνσταντινούπολι δίχως αιματοχυσίες, ο Ασάν εδέχθη την πρόταση και υπεσχέθη στον Βαλδουίνο να απελευθερώση τις κατεχόμενες από τους εχθρούς του τελευταίου χώρες, κυρίως δε εκείνες που κατείχε ο Θεόδωρος της Ηπείρου.
Οι Λατίνοι ιππότες όμως, και ο Κλήρος, αρνήθηκαν επιμόνως την υποψηφιότητα ενός ασπόνδου εχθρού της Λατινικής Αυτοκρατορίας και επέμεναν στην εκλογή ως αντιβασιλέως της Αυτοκρατορίας ενός Γάλλου, του «τίτλω» Βασιλέως των Ιεροσολύμων Ιωάννου, ο οποίος την εποχή εκείνη – σε ηλικία ογδόντα χρονών – ευρίσκετο στη Δυτική Ευρώπη. Έτσι έληξε με αποτυχία η πρώτη ευκαιρία που παρουσιάσθηκε στον Ασάν για την κατάληψι της Κωνσταντινουπόλεως.
Μετά την κατάληψι της Αδριανουπόλεως, τον κύριο λόγο στην Βαλκανική χερσόνησο έπαιξε ο Αυτοκράτωρ της Θεσσαλονίκης Θεόδωρος της Ηπείρου, ο οποίος έκλεισε με τον Ασάν συμμαχία. Οι φιλικές τους όμως σχέσεις δεν κράτησαν πολύ. Το σχετικό με την αντιβασιλεία σχέδιο του Ιωάννου Ασάν δημιούργησε σοβαρές υπόνοιες στον Θεόδωρο, ο οποίος διέσπασε τη συμμαχία του με τον Βούλγαρο Βασιλέα, αρχίζοντας τις εναντίον των Βουλγάρων εθροπραξίες. Η τελική μάχη εδόθη το 1230 στο σημερινό Semitje, μεταξύ της Αδριανουπόλεως και της Φιλιππουπόλεως και έληξε με την πλήρη νίκη του Ιωάννου Ασάν, ο οποίος υποστηρίχθηκε γενναία από το ιππικό των Κομάνων (σ.3). Ο Θεόδωρος Άγγελος συνελήφθη αιχμάλωτος, ύστερα δε από μία συνομοτική του προσπάθεια εις βάρος της ζωής του Ασάν, διετάχθη η τύφλωσί του.
Η μάχη του 1230 υπήρξε ένας ιστορικός σταθμός για την Χριστιανική Ανατολή του 13ου αιώνος, δεδομένου ότι κατέστρεψε την Δυτική Ελληνική Αυτοκρατορία και το Δυτικό Ελληνικό Κέντρο, το οποίον εφαίνετο ότι είχε φθάσει στο σημείο να αποκαταστήση την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η Δυτική Αυτοκρατορία που έζησε τόσο λίγο (1222 – 1230), έπαψε ουσιαστικά να υφίσταται, και ο αδελφός του Θεωδόρου, Μανουήλ, εκυβέρνησε την Θεσσαλονίκη – όπως νομίζουν μερικοί ιστορικοί – με τον τίτλο του Δεσπότου και όχι με τον τίτλο του Αυτοκράτορος.
Το γεγονός αυτό όμως είναι αμφίβολο: Ο Μανουήλ συνέχισε να υπογράφει τα Διατάγματά του με κόκκινο μελάνι, όπως ήρμοζε σε έναν Αυτοκράτορα, απκαλώντας τον εαυτό του, στα έγγραφα, «Αυτοκράτορα» (σ.4). Στην μετέπειτα ιστορία του 13ου αιώνος, η Θεσσαλονίκη και η Ήπειρος, ως δύο ξεχωριστές επικράτειες, δεν έπαιξαν πιά κανένα σημαντικό ρόλο. Από την εποχή αυτήν κι έπειτα, ο αγών για την Κωνσταντινούπολι δεν διεξήγετο μεταξύ τριών αντιπάλων, αλλά ανάμεσα σε δύο: Τον Ιωάννη Βατάτζη και τον Ιωάννη Ασάν.
Μετά την νίκη του εναντίον του Θεωδόρου της Ηπείρου, ο Τσάρος της Βουλγαρίας κατέλαβε την Αδριανούπολι δίχως αγώνα, καθώς και όλη σχεδόν τη Μακεδονία και την Αλβανία, μέχρι το Δυρράχιο. Η Θεσσαλονίκη, η Θεσσαλία και η Ήπειρος παρέμεναν στα χέρια των Ελλήνων.
Σε μιά επιγραφή, πάνω σε μιά λευκή μαρμάρινη στήλη της Εκκλησίας των Σαράντα Μαρτύρων στο Τύρνοβο (Βουλγαρία) ο Τσάρος ομιλεί για τα αποτελέσματα της νίκης του με το εξής περήφανο ύφος:
«Εγώ, ο Ιωάννης Ασάν, πιστός, εν Χριστώ, Τσάρος και Αυτοκράτωρ των Βουλγάρων, υιός του παλαιού Τσάρου Ασάν… εξεστράτευσα εναντίον της Ρωμανίας, νίκησα τον Ελληνικό στρατό, συνέλαβα αιχμάλωτο τον ίδιο τον Αυτοκράτορα Θεόδωρο Κομνηνό με όλους του τους ευγενείς και κατέκτησα όλες τις χώρες από την Αδριανούπολι μέχρι το Δυρράχιο, τις περιοχές δηλαδή των Ελλήνων, των Αλβανών και των Σέρβων. Οι Λατίνοι (Φράγκοι) διατηρούν μόνον τις γύρω από την Κωνσταντινούπολι πόλεις και έχουν γίνει υπήκοοι της δυνάμεως της Μεγαλειότητός μου, δεδομένου ότι δεν έχουν άλλον από εμένα Βασιλέα και εφ’ όσον μόνον χάρι σ’ εμένα υφίστανται» (σ.5).
Όπως αποδεικνύεται από έναν χάρτη, τον οποίον έδωσε ο Ασάν στους εμπόρους της Ραγούζης και που αφορούσε την ελευθερία του εμπορίου τους στην περιοχή του, όλη η Ευρωπαϊκή Τουρκία, πλην της Κωνσταντινουπόλεως – όπως ήτο πριν από τον παγκόσμιο πόλεμο – σχεδόν όλη η Σερβία και όλη η Βουλγαρία ευρίσκοντο κάτω από την επιρροή του Ασάν (σ.6).
.
Σημειώσεις/Παραπομπές
1. «Ιστορία της Βουλγαρίας», μετάφρασι F. Bruun και V. Palauzov, 333, V. Zlatarsky, «Ιωάννης Ασάν Β» (Βουλγαρική Ιστορική Βιβλιοθήκη, 1-55).
2. Γεωργίου Ακροπολίτου, «Annales», κεφ. 25, έκδοσι Heisenberg, 43.
3. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης ονομάζει αυτούς του ιππείς Σκύθας, ενθ. ανωτ. κεφ. 25, έκδοσι Heisenberg, 42. Άλλοι τους θεωρούν ως Μολδο – Βλάχους. Βλέπε O. Tafrali, «Thessalonique des origines au XIVe suecke», 217 – 218.
4. Βλέπε π.χ. Drinov, «Μερικά έργα του Δημητρίου Χωματιανού» (Vizantiysky Vremennik, II, 3 και σημείωσι 1). Tafrali, «Thessalonique», 219.
5. Βλέπε π.χ. A. Pogodin, «Ιστορία της Βουλγαρίας», 87. Jirecek, «Ιστορία της Βουλγαρίας», 337.
6. G. Illyinsky, «Ένας χάρτης του Τσάρου Ιωάννου Ασάν Β» (Πρακτικά του Ρωσσικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Κωνσταντινουπόλεως, VII, 2, 1901, 27). Βλέπε Pogodin, «Ιστορία της Βουλγαρίας», 88.
.
Πηγή: Α. Α. Vasiliev, «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 324 – 1453», μετάφρασι Δημοσθένους Σαβράμη, εκδόσεις Μπεργκαδή 1954, σελ. 647 – 649
Για την αντιγραφή: Πετροβούβαλος/Αβέρωφ
Eικόνα: Προσωπογραφία του Ιωάννη Άσαν του 2ου (Ivan Asen) από τη Wiki
Ο ρόλος της Βουλγαρίας στην Χριστιανική Ανατολή την εποχή του Τσάρου Ιωάννου Ασάν του 2ου | Oxtapus *blueAction said
[…] via Ο ρόλος της Βουλγαρίας στην Χριστιανική Ανατολή την επ… […]