Κάποια ημέρα, ο Μεγάλος Ευρωπαϊκός Πόλεμος θα προκληθεί από κάποια καταραμένη ανοησία στα Βαλκάνια. (1888)
Θα φανταζόταν κάποιος, ότι ολόκληρη η Ευρώπη θα αισθανόταν την ανάγκη της προλήψεως των συχνά επαναλαμβανόμενων ανταγωνισμών των δύο μεγαλύτερων πολιτιστικά εθνών στο κέντρο του ευρωπαϊκού πολιτισμού (Γαλλία – Γερμανία), και πως ήταν προφανές ότι ο απλούστερος τρόπος για την πρόληψη αυτών, ήταν η ενίσχυση της άμυνας του αναμφισβήτητα φιλειρηνικού κόμματος. Παρ ‘όλα αυτά, δεν μπορώ να πω ότι αυτή η ιδέα θεωρήθηκε παντού προφανής.
Ο προληπτικός πόλεμος είναι σαν να αυτοκτονεί κάποιος επειδή φοβάται το θάνατο.
Ένας κατακτητικός στρατός στα σύνορα δεν θα σταματήσει από την ευγλωτία.
Τα μεγάλα ερωτήματα της εποχής δεν θα απαντηθούν μόνο από τις ομιλίες και τις αποφάσεις της πλειονοψηφίας – αυτό υπήρξε το σφάλμα του 1848 και του 1849 – αλλά από το σίδερο και το αίμα.
Να είσαι ευγενής. Να γράφεις διπλωματικά. Ακόμα και στην κήρυξη ενός πολέμου, κάποιος προσέχει τους κανόνες καλής συμπεριφοράς.
Μία έκκληση στο ένστικτο του φόβου, δεν βρίσκει ποτέ ανταπόκριση στις γερμανικές καρδιές.
Ακόμη και σε μια φυλακή, ο επιβλέπων είναι ένας έντιμος δημόσιος υπάλληλος, εναντίον του οποίου μπορεί κανείς να υποβάλει καταγγελία. Αλλά ποιοί θα είναι οι επιβλέποντες στη μεγάλη σοσιαλιστική φυλακή;
Εμείς οι Γερμανοί, είμαστε συνηθισμένοι, σε γενικές γραμμές, σε ένα πιο καλοπροαίρετο τρόπο του πολιτεύεσθαι, ίσως πιο αδέξια σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά μακροπρόθεσμα σε έναν πιο καλοπροαίρετο και ανθρώπινο τρόπο από τους Γάλλους πολιτικούς.
Οποιοσδήποτε έχει δει μέσα στα υγρά μάτια ενός ετοιμοθάνατου στρατιώτη στο πεδίο της μάχης, θα σκεφτεί πολύ πριν ξεκινήσει έναν πόλεμο.